Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012

Τραγούδια, ποιήματα , παιχνίδια που μας μεγάλωσαν , μας πήγαν σχολείο και που πάντα τα ψιθυρίζουμε στα παιδιά μας και στα παιδιά των παιδιών μας.



 "Για τις αγαπημένες μας κούκλες"


                                     Δώσ'μου τη κουκλίτσα σου
                                    Δώσ'μου να την παίξω
                                    τα σγουρά της τα μαλλιά
                                    εγώ θα της τα πλέξω

                                    Δεν στην δίνω δεν μπορώ 
                                     θα μου την χαλάσεις
                                     το δικό μου το μωρό
                                     εσύ θα μου το σπάσεις
                                     
                                     'Ελα νάμαστε μαζί 
                                     νάχει δυο μαμάδες
                                     να της δίνουμε ψωμί
                                     σούπα και ντολμάδες


"΄Εχω μια κουκλίτσα"


 Έχω μια κουκλίτσα
άσπρη , γαλανή όλα τ'έχει
ωραία μόνο τη φωνή
Την κοιμίζω βράδυ 
μάτι δεν σφαλεί
Αχ! τέτοια κουκλίτσα
πως με τυραννεί
Παίρνω ένα ξύλο κάνω 
να την δείρω , 
μούσπασε το ξύλο
τώρα !!! Τι θα γίνω



"Κούκλα μου αγαπημένη"

Κούκλα μου αγαπημένη 
λέγε σε παρακαλώ 
πως τα πέρασες καημένη
μοναχή τόσο καιρό
'Εκλαιγες καλό κουκλάκι
πλαγιασμένο στο κουτί
όπως κλαίει το παιδάκι
που την μάνα του ζητεί
Νάμαι ήρθα και σε πιάνω
σε κρατώ στην αγκαλιά μου
χίλια δυό φιλάκια δίνω
στα χεράκια σου τα δυό




"Έχω μια κούκλα στο κουτί"

΄Εχω  μια κούκλα στο κουτί 
και  μια στο καλάθι
Τρελή κουκλίτσα σαν
κι'αυτήν στον κόσμο
δεν υπάρχει 
Της έμαθα το Α και το Β
το 1,2,3 και τα μονά και 
τα ζυγά και όλη τη σοφία 




"Με τι καμάρι περπατεί"

Με τι καμάρι περπατεί
την κούκλα της κρατώντας
και με ένα σπάγκο το γατί
ξοπίσω της τραβώντας

Κοντά στην πόρτα σταματεί
πριν πάει πιο παραπέρα
και τα πουλιά της χαιρετά
με μια καλημέρα

Καλημερούδια σας πουλιά
καλημερούδια χήνα...
Την κούκλα λεν' Τριανταφυλλιά
και το γατί Ψιψίνα

Κι αν με ρωτάτε και για που,
νωρίς τι τάχα βγήκα,
πάω να προφτάσω το παππού
που με φιλεύει σύκα





        "Νταχτιρντίσματα  για τα μωράκια "           


* Κουπεπέ , κουπεπέ
παλαμάκια παίξετε
κι ο μπαμπάς του έρχεται
και του φέρνει κάτι τι
λουκουμάκια στο χαρτί

* Το παιδί μου το μικρό
να μεγαλώσει καρτερώ
να το στείλω στη δασκάλα
νά'ναι πιο όμορφο απ' τ' άλλα
να' το στείλω στο σχολειό
για να μάθει γράμματα
γράμματα σπουδάγματα
του Θεού τα πράγματα

*Το παιδί μου το χιονάτο
στην αμυγδαλιά από κάτω
και μαζεύει μυγδαλάκια 
με τα δύο του τα χεράκια
Το παιδί μου το γαλάζιο
με τριακόσια δεν τ' αλλάζω  

*Νταχτιρντί το λέγανε
και μου το παντρεύανε
και του δίνανε προικιά
ένα κόσκινο φλουριά
και του δίνανε προικιό
ένα γάιδαρο κουτσό
και του δίναν αντιπροίκι
έναν τρίφτη και ένα μπρίκι

*Χόρευε κυρά-Σουσού
κοίτα κι από πίσω σου
τι κουρέλια κρέμονται
τι χαρές που γένονται

*Το παιδί μου κι αν αργεί
κάπου τον χορό κρατεί
Κάπου γάμος γίνεται
το κρατούν και χαίρεται

*Τραλαλά το λέγανε
και μου το παντρεύανε
και του δίνανε προικιά 
ένα κόσκινο κουκιά

*Ταρχτιρντί και Ταρχτιντό
το παιδί θέλει χορό 
τα βιολιά δεν είναι εδώ
Ποιόν να στείλω να τα 
φέρει πέντε τάλιρα στο χέρι
κι' άλλα δέκα στο καρτέρι.
Στέλνω τόνα, στέλνω τ' άλλο
στέλνω το χελιδονάκι
πού ναι γρήγορο πουλάκι
Ταρχτιρντί και Ταρχτιντό
μες στο κόρφο του να μπω

* Του  παιδιού μου εγώ το γάμο
καλοκαίρι θα τον κάμω 
χώρια από τους συμπεθέρους
θα καλέσω νιους και γέρους
Τον Πρωτόπαπα απ' την Ζίτσα
τον Πασχάλη απ' την Καρδίτσα
και τον κυρ-Νικολό 
για να σέρνει το χορό.




*Το παιδί μου τ' άσπρο - τ' άσπρο 
το καλέσανε στο κάστρο 
τα κορίτσια του Κατή για 
να φτιάξουν ραβανί.
Το παιδί μου πάει-πάει 
Παναγιά να το φυλάει 
Το παιδί μου πάει-πάει
κι ο Χριστός το βοηθάει


*Να χορέψει να χαρεί 
τώρα που' ναι νιο παιδί
κι αύριο σαν παντρευτεί
μες στα βάσανα θα μπει



*'Ελα Χριστέ και Παναγιά
έλα μες στους μπαξέδες
και γέμισε τους κόρφους του
λουλούδια , μενεξέδες



*Το παιδάκι μου το ρούσο
θα τ' αλλάξω , θα το λούσω
θα το στείλω στη δασκάλα
να' ναι καλύτερο από τ' άλλα 




*Της κορούλας μου τον γάμο
Μάη κι Απρίλη θα τον κάμω.
Θα τον κάμω τον Απρίλη
να χαρούμε όλοι οι φίλοι
Δεν τον κάνω το χειμώνα 
πουν' τα κρύα, πουν' τα χιόνια
θα το κάμω καλοκαίρι
να χαρούν οι συμπεθέροι


*Το παιδί μου το μοσχάτο 
στην αμυγδαλιά  από κάτω
και μαζεύει αμυγδαλάκια
κι' έπαιζε με τα πουλάκια
και με τα χελιδονάκια
Τρώει μύγδαλα, χορταίνει
σκύβει αϊτός και μου το 
παίρνει.
Σκούζω , βγάζω μια φωνή
"Δώσ' μου πίσω το παιδί 
κι ταχιά θα παντρευτεί και 
θα νοικοκυρευτεί!!!"      





                 "Ν α ν ο υ ρ ί σ μ α τ α"                        
   

*Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
έλα πάρε και τούτο μικρό -μικρό
σου τόδωσα μεγάλο δω σε μου το
Μεγάλο σαν ψηλά βουνά
ίσιο σαν κυπαρίσσι
οι κλώνοι του να απλώνονται
σε Ανατολή και Δύση




*  Κοιμάται το μωράκι μου
κοιμάται το φεγγάρι
κοιμάται το παιδάκι μου
σε άσπρο μαξιλάρι



*Ο ύπνος τρέφει τα μικρά
κι η μάνα τα μεγαλώνει
κι η κυρά η Παναγιά
τα καλοξημερώνει




*Νάνι του, νανάκια του
ύπνος στα ματάκια του
Νάνι του να κοιμηθεί
και καλά να σηκωθεί




*Κοιμήσου και παράγγειλα
στην Πόλη τα προικιά σου
στην Βενετιά τα ρούχα σου
και τα χρυσαφικά σου
Κοιμήσου συ κορίτσι μου
κι η τύχη σου δουλεύει
και το καλό σου ριζικό
γρήγορα σου το φέρνει



*Νάνι, νάνι, νάνι, νάνι
όπου το πονεί να γιάνει
Νάνι, νάνι, νάνι, νάνι
γλυκός ύπνος στα ματάκια





*'Ελα ύπνε πάρε το
κι άμε στους μπαξέδες
και γέμισε τους κόρφους του
ρόδα και μενεξέδες

Τα ρόδα νάναι της μάνας του
τα μήλα του κύρου του
και τα χρυσά γαρύφαλλα
να είναι του νονού του

Νάνι, νάνι, νάνι, νάνι
κι 'οπου το πονεί να γιάνει
Νάνι, νάνι και νανάκια
γλυκός ύπνος στα ματάκια




*Νάνι, νάνι το κουκλί μου
νάνι, νάνι το μικρό μου
νάνι, νάνι το παιδί μου
νάνι, νάνι το χρυσό μου




* Κοιμήσου αστρί
κοιμήσου αυγή
κοιμήσου νιό φεγγάρι
κοιμήσου που να σε χαρεί
ο  νιός που θα σε πάρει
Κοιμήσου και παράγγειλα
στην Πόλη τα χρυσά στου
στην Βενετιά τα ρούχα στου
και τα διαμαντικά σου



*Κοιμάται το μωράκι μου
και πως να το ξυπνήσω
Να πάρω διαμαντόπετρες
να το πετροβολήσω.
Κοιμήσου εσύ μωράκι μου
σε κούνια καρυδένια
Κοιμάται το μωράκι μου
κι εγώ το νανουρίζω 
και την κουνίτσα του
κουνώ και σιγοψιθυρίζω   





*Νάνι, νάνι , νάνι, νάνι
ύπνο ήσυχο να κάνει
Να κοιμάται  να μερώνει
να ξυπνά να μεγαλώνει
Μην πατάτε, μην βροντάτε
το παιδάκι μου κοιμάται




*'Ελα ύπνε αγκαλιασέ το
έλα πάρτο αγάλι-αγάλι
και γλυκά να το κοιμίσεις
στη ζεστή σου την αγκάλη




*Ο μπέμπης μου 
θα κοιμηθεί
και θα καλοξυπνήσει
Κι' ότι θα δει 
στον ύπνο του 
θα μου το μολογήσει
"Μάνα μου είδα 
στον ύπνο μου
μιαν άσπρη περιστέρα, 
μου σήκωσε 
το πάπλωμα και μούπε 
Καλημέρα!!!"   




         
* Θα κεντήσω πάνω στου αλόγου σου 
τη σέλα με διαμαντόπετρες σωρό
το φεγγαριού το πηγαινέλα στο πελαγίσιο το νερό.
Αγόρι μου, αγόρι μου 
αγόρι μου να σε χαρώ

Θα κεντήσω στ'ασημοπίστολο σου 
πλάι της χελιδόνας το φτερό
κι' έναν σταυρό να σε φιλάει
τις νύχτες που σε καρτερώ
 Αγόρι μου, αγόρι μου
αγόρι μου να σε χαρώ

Θα κεντήσω πάνω στο δίκοπο σου
λάζο το βλέμμα σου το καθαρό
αυτό το βλέμμα το γαλάζιο που
δε χορταίνω να θωρώ
Αγόρι μου, αγόρι μου
αγόρι μου να σε χαρώ 





*Nάνι, νάνι το μικρό μου
Νάνι, νάνι το χρυσό μου
έλα ύπνε αγκαλιασέ το
έλα πάρτο αγάλι-αγάλι
και γλυκά να το κοιμήσεις
στη ζεστή του την αγκάλη




*'Υπνε μου, πάρε το παιδί, να μου το σεργιανίσεις
στα ρόδα των περιβολιών, στα κρύα νερά της βρύσης
Παρ'το και δείξε του να βρει των παλατιών τη στράτα
πούναι του Ρήγα οι θησαυροί με τα κωνσταντινάτα
Και χαρισέ του τα κλειδιά, ν'ανοίξει και να πάρει
μαργαριτάρι ατρύπητο, σπυρί μαργαριτάρι

Κοιμήσου , φως μου, κι ο Χριστός στου παραστέκει πλάι
Κοιμήσου κ'η μανούλα σου την κούνια σου κουνάει
Την κούνια σου την έστρωσα με μαλακό σεντόνι
που τόπλυναν και τόκαναν Νεράιδες σαν το χιόνι
Στο πάπλωμα σου κέντησα αιτούς να σε στολίζουν
γαρύφαλλα της Βενετιάς , να σου μοσκομυρίζουν
Σου κέντησα μια Παναγιά στ'αχνό προσκεφαλό σου
κι εκόμα την Αγιά Σοφιά νάχεις στο μαγουλό σου 






*Νάνι, νάνι το λέγανε
και μου το παντρεύανε
και του δίνανε προικιά
ένα κόσκινο φλουριά






Υπνε που παίρνεις τα μικρά
έλα πάρε και τούτο
μικρό - μικρό σουτόδωσα
μεγάλο φερεμούτο
Μεγάλο σαν ψηλό βουνό
ίσιο σαν κυραρίσσι
οι κλώνοι του ν'απλώνονται
σε Ανατολή και Δύση
νάνι, νάνι , νάνι, νάνι
και όπου το πονεί να γιάνει
νάνι, νάνι και νανάκια
γλυκός ύπνος στα ματάκια 
 


*Νάνι, νάνι, νάνι, νάνι
και όπου το πονεί να γιάνει
Νάνι, νάνι κοιμησέτο 
Παναγιά μου φυλαξέ το
Νάνι του και νανάκια του
ύπνος στα ματάκια του
Νάνι του να κοιμηθεί
το μικρό μου το παιδί





*Να το μερώσει ο ύπνος του
και να το ξεκουράσει
και σαν ξυπνήσει και με δεί
πάλι να μου γελάσει
κοιμάται και ονειρεύεται
σαν νάναι αγγελούδι
κι είναι το προσωπάκι του
σαν ρόδο, σαν λουλούδι
Κοιμάται και ονειρεύεται
πως την αυγή παντρεύεται





Κοιμήσου που να σε χαρεί
η μάνα που σ'εγέννα
κι ο κύρης όπου σ'έσπειρε
παιδιά να ιδεί απο σένα
Ελα ύπνε αγάλι-αγάλι στου
μικρού μου το κεφάλι
έλα ύπνε αγκαλιασέ το 
και γλυκά αποκοιμισέ το




Εχω γιο κι έχω χαρά
που θα γίνω πεθερά
έχω κόρη κι έχω πίκρα
που θα μου ζητήσουν προίκα




Ελα μπαμπά μου γρήγορα
και φέρε μου βιβλία
γιατί εγώ μεγάλωσα
και πάω στο σχολείο






Εγώ το παλικάρι μου 
δεν το παντρεύω ακόμα
για θα μου στείλουν
προξενιά απ'την 
Μεγάλη Χώρα





Νάνι του Ρήγα το παιδί
του βασιλιά τ'αγγόνι
νάνι του κήπου η πασχαλιά
του Μάη το χελιδώνι

Κοιμήσου φως της χαραυγής
άστρο χρυσό τ'Απρίλη
κι η Παναγιά στον ύπνο σου
χαμογελάσει στα χείλη

Κάμε το ύπνο σύννεφο
και τ'όνειρο σου πάχνη
κι ένα πολύ τ'αυγερινου
να σ'ανταμώσει ψάχνει






Μαρε γιέ μου κανακά
ποιά γυναίκα θα σε πάρει
ποιά κυρά και ποιά μαντόνα
θα σου στρώνει τη σεντόν
ποιά κυρά





Ελ'αγεράκι του βουνού και γλυκοδροσισέ το
κατεβ'αχτίδα τ'ουρανού και γλυκοχαιδεψέ το

Νάνι, νάνι το μωρό μου
πάρε ύπνε τ'ακριβό μου

Στ'αγγελικό του πρόσωπο της Παναγιάς η χάρη
και του παιδιού της ο σταυρός στα στήθια του καμάρι

Νάνι, νάνι στο μαντρί σου
γλυκό αρνάκι μου κοιμήσου

Τα όνειρ'ας κατέβουνε χρυσά και μυρωμένα
ν'ανθοβολούν στα χείλη σου χαμόγελα σπαρμένα

Νάνι, νάνι τ'αγγελούδι
νάνι, αμύριστο λουλούδι

Λάτε , τρυγόνες πείτε μου τι λέτε στ'ακριβό μου
το βράδι σαν το παίρνετε στα μαλακά φτερά σας

Νάνι, νάνι τ'αργυρό μου
πάρε ύπνε τ'ακριβό μου

Αν λέτε πως τρελαίνεστε εγύ να πω πεθαίνω
γιατί σεις τα'χετε πολλά κι εγύ'να το καημένο

Νάνι, νάνι το μωρό μου
νάνι το μονακριβό μου


  





                 "Π  ο  ι  η  μ  α  τ  ά  κ  ι  α"                 


   
*Ένα , δύο , τρία
πήγα στην Κυρία
μού' δωσε ένα μήλο
μήλο δαγκωμένο
Τό' δωσα στην κόρη έκανε αγόρι
Τό' βγαλε Θανάση σκούπα και φαράσι





                                      *Τρεις σπανοί από την Πόλη
                                                     πέντε τρίχες είχαν όλοι
                                                     κι  ήρθε κι ένας Τηνιακός
                                                     πέντε τρίχες μοναχός

                                                    -Βρε καλώς τον πολυγένη
                                                     κι από πούθε κατεβαίνει;
                                                  - Απ' την Πόλη κατεβαίνω

                                                    και στην Βενετιά πηγαίνω
                                                   Πάω ν' αγοράσω χτένια
                                                  γιατί μ' έφαγαν τα γένια



*Α-Β-Γ-Δ όλα τα βιβλία
φέρ'τα και μολύβι και χαρτί 
για να γράψω κάθε τι
Για να γράψω γραμματάκια 
του Θεού τα πραγματάκια


                      


* Ντίλι-ντίλι-ντίλι
    ντίλι το καντήλι
    που έφεγγε και κένταγε
    η κόρη το μαντήλι
    ντίλι-ντίλι-ντίλι

Ήρθε ο ποντικό
 πήρε το φιτίλι
μεσ' από το καντήλι 
  που έφεγγε και κένταγε 
η κόρη το μαντήλι
 ντίλι-ντίλι-ντίλι

                                                                Ήρθε και η γάτα
 έφαγε 
                                              τον ποντικό
                   που πήρε το φιτίλι 
                   μέσ'από το καντήλι
          που έφεγγε και 
                          κένταγε η κόρη 
το μαντήλι
        ντίλι-ντίλι-ντίλι

               Ήρθε και ο σκύλος 
κι'έπνιξε την γάτα
                                          που έφαγε τον 
                                         ποντικό που 
                                    πήρε το 
                                          φιτίλι μέσ'από 
το καντήλι
                                που έφεγγε
                                          και κένταγε η κόρη 
                                      το μαντίλι
                                          ντίλι-ντίλι-ντίλι

                                          Ήρθε και το ξύλο και σκότωσε τον
                                          σκύλο που έπνιξε την γάτα που έφαγε
                                          τον ποντικό που πήρε το φιτίλι 
                                          μέσ'από το καντήλι που έφεγγε και 
                                          κένταγε η κόρη το μαντίλι
                                          ντίλι-ντίλι-ντίλι

                                         Ήρθε και η φωτιά κι'εκαψε το ξύλο
                                         που σκότωσε το σκύλο που έπνιξε 
                                         τη γάτα που έφαγε το ποντικό που
                                         πήρε το φιτίλι μέσ'από το καντήλι
                                         που έφεγγε και κένταγε η κόρη
                                         το μαντήλι ντίλι-ντίλι-ντίλι 

                                       Ήρθε και το ποτάμι κι έσβησε τη
                                      φωτιά που έκαψε το ξύλο που σκότωσε
                                      το σκύλο που έπνιξε τη γάτα που έφαγε
                                      τον ποντικό που πήρε το φιτίλι μέσ'από
                                      το καντήλι που έφεγγε και κένταγε η κόρη
                                      το μαντίλι ντίλι-ντίλι-ντίλι 






                                *Φεγγαράκι φωτεινό φέγγει 
                                             από τον ουρανό σαν καντήλι
                                            κάθε βράδυ φέγγει μέσα στο σκοτάδι


 
*Φεγγαράκι μου λαμπρό 
φέγγε μου να περπατώ
να πηγαίνω στο σχολειό
να μαθαίνω γράμματα
γράμματα σπουδάγματα
του Θεού τα πράματα



                         
                    
*Φεγγαράκι  φωτεινό περπατεί στον ουρανό.
                  Ανεβαίνει στα ψηλά και μας βλέπει
                                   και γελά
                                - 'Ελα κάτω στρογγυλό φεγγαράκι μου καλό. 
                                  'Ελα μην αργείς πολύ το παιδί παρακαλεί



Μια νύχτα την αστροφεγγιά
Θέ μου! τρελάθηκε η νυχτιά
κάτω απ'το ξύλινο μπαλκόνι
έχει δειπνήσει το τριζόνι

Μέσα στης λίμνης τα νερά
πέφτουν τ'αστέρια τ'αργυρά
κι ο βάτραχος ο χασομέρης
στη ρίζα ακούμπησε της φτέρης

Και τα παιδά της γειτονιά
ξεμυαλιστήκανε μεμιάς
και στο πλακόστρωτο τ'αλώνι
μαζώχτηκαν και δεν τους σώνει!

Νά'ταν κι ο κόσμος γειτονιά
μια ειρηνοφόρα αγκαλιά
κι όλοι να βγαίναμε γειτόνοι
στης γης το ξέφωτο τ'αλώνι!





*-Ήλιε, από που έρχεσαι;

-Από την Ανατολή

-Τι καλά μας έφερες;

-Φέρνω μήλα στις μηλιές ρόδα στις τριανταφυλλιές 
φέρνω αηδόνια, χελιδόνια και τα κρύα λιώνω χιόνια

-Και σε μένα τι έφερες;

-Δύο δροσάτα μαγουλάκια και δυο κόκκινα χειλάκια





            
          *Στο δρόμο που βαδίζω
                      είμαι προσεχτικός
                       Το βλέμμα δεν γυρίζω
                       εγώ εδώ κι εκεί

                       Μα πιο πολύ ακόμη
                     προσέχω όταν φτάσω
                       μπρος σένα σταυροδρόμι
                        που πάω να περάσω





Ανήφορος , κατήφορος
λόφοι, βουνά , τρελός χορός!
Και να σε λίγο μια πεδιάδα
που σου αλαφρώνει τη ζαλάδα!

Ανήφορος , κατήφορος
περνάει τ'αμάξι το γοργό
ζαλάδα εσύ και γέλια εγώ
θα μάθεις όλους του χορούς!

Θόρυβος , σκόνη , χαλασμός
μ'έπιασε πονοκέφαλος
Αχ!πότε πια θα σταματήσει
τ'αμάξι αυτό που'χει μεθύσει

Με τέτοιους πονοκέφαλους
θαρρώ θα φτάσουμε μισοί
ζαλάδα εγώ και γέλια εσύ
λες κι ήπιαμε όλοι μας κρασί









*Κόκκινη κλωστή δεμένη
στην ανέμη τυλιγμένη
δώσ'της κλότσο να γυρίσει
παραμύθι ν' αρχινίσει





                                           *Παραμύθι, μύθι, μύθι
                       το κουκί και το ρεβίθι
                       εμαλώνανε στη βρύση
                     Πέρασε και η φακή 
                     και τα βάζει φυλακή
                          μα η φάβα της φωνάζει
                       "Βγάλτα έξω δεν πειράζει!!!"






*Θα σας πούμε παραμύθι
το κουκί και το ρεβίθι
εμαλώνανε στη βρύση
Πω-πω , πόλεμος κι'αυτός
Πέρασ'ενα σαμιαμίδι
κι ανασήκωσε το φρύδι

Τι και πως είναι ο λόγος
ο γνωστός ποιος θα γίνει
αρχηγός.

Χαλασμένο ξυπνητήρι φαγωμένο
ψωμοτύρι είναι ο πόλεμος αυτός
απ'τον κόσμο πιο παλιός

Μετρημένα τα κουκιά σας και 
ρεβίθια τα μυαλά σας την αλήθεια
θα σας πω δεν γουστάρω αρχηγό

Δίχως όπλα και φρουρά
τα περνάμε μια χαρά !!!!! 









Θα σας πω ένα παραμύθι
το κουκί και το ρεβίθι 
Μια φορά και ένα καιρό
πήγε η γάτα στο χορό και 
δεν χόρεψε καλά και
  της κόψαν την ουρά  
 και την στείλανε στο
Βόλο μέναν τενεκέ στο κώλο
και της δώσανε γλυκό
και δεν είπε ευχαριστώ
και την στείλανε στην Αθήνα
και την βγάλανε Κατίνα






*Χιόνι ρίχνει και χαλάζι
κι η χελώνα κάνει χάζι
δεν την νοιάζει που χιονίζει
χαίρεται και χαχανίζει

Στο καβούκι της χωμένη
κάνει τη χαριτωμένη
Χα!Χα!Χα!
λέει το χειμώνα τι χαρά
να'σαι χελώνα !!!!





  *Βρέχει, βρέχει και χιονίζει
     και το μάρμαρο ποτίζει και
    η γάτα μαγειρεύει και ο 
    ποντικός χορεύει

    Βρέχει ,βρέχει και χιονίζει
  και το μάρμαρο ποτίζει
 πάγωσε η μύτη μου
 τρέχω μεσ'στο σπίτι μου






*Γύρω-γύρω απλώθηκε μαύρη συνεφιά
και του ήλιου σκέπασε την χρύση ομορφια
τρομαγμένα πέταξαν τα μικρά πουλια 
έφυγαν και κρύφτηκαν μέσα στην φωλιά
βρέχει και ποτίζεται το ξερό το χώμα
και από χλόη πράσινη ετοιμάζει στρώμα





*Κάνει κρύο παγωνιά θέλω 
τζάκι και γωνιά





*Βρέχει, βρέχει , ψιχαλίζει
και το μάρμαρο ποτίζει
Ρούμπα, ρούμπα Τάκη ρούμπα
πρόσεξε μην κάνεις τούμπα




                                      
 
                                 *Χιόνι έπεσε πολύ
                                                      κρύο κάνει στην αυλή
                                                      κοκκινίζει η μύτη μου
                                                      τρέχω μεσ'στο σπίτι μου





*Ο Αέρας θύμωσε με τον Ήλιο μάλωσε
Ο Αέρας έλεγε:
-Είμαι ο δυνατότερος!
Και ο ΄Ηλιος έλεγε:
 - Σε περνώ στη δύναμη!
'Ενας γέρος γεωργός με τη μαύρη
κάπα του στο χωράφι πήγαινε
Ο Αέρας λάλησε:
-΄Οποιος έχει δύναμη παίρνει
από το γέροντα τη χονδρή τη κάπα του!
Φύσηξε , ξεφύσηξε έσκασε στο φύσημα
άδικος ο κόπος του κρύωσε ο γέροντας
και διπλά τυλίχθηκε την χονδρή την κάπα του
Μα ο ΄Ηλιος λάλησε:
- ΄Οποιος έχει δύναμη παίρνει από το γέροντα
τη χονδρή την κάπα του!
΄Εφεξεν ολόλαμπρος , καλοσύνη σκόρπισε
κι έβγαλε ο γέροντας τη χονδρή τη κάπα του
Πάλι ξαναλάλησε:
-'Ακουσε και μάθε το σε περνώ στη δύναμη
γιατί πας με το κακό κι εγώ πάω με το καλό !




*-Από πού'σαι ποταμάκι;  
-Από κείνο το βουνό
-Πως τον λένε τον παππού σου;
-Σύννεφο στον ουρανό
-Ποια είναι η μάνα σου;
-Η μπόρα
-Πως κατέβηκες στην χώρα;
-Τα χωράφια να ποτίσω και τους
μύλους να γυρίσω
-Στάσου να σε δούμε λίγο
καλό
-Βιάζομαι πολύ να φύγω ν' ανταμώσω το γιαλό!    







*Στου χωριού το μονοπάτι
κάθε αυγή , κάθε καιρό
σύντροφο έχω ένα διαβάτη
το τρεχούμενο νερό

Πότε πάει όπου πηγαίνω
με το βήμα μου το αργό
πότε σαν μετανιωμένο
πάει αυτό κι έρχομαι εγύ

Μα κι αν έρχεται κι αν πάει
σα δυο σύντροφοι καλοί
περπατούμε πλάι, πλάι
του μιλώ και μου μιλεί












                              *   -Που πας καραβάκι με τέτοιο καιρό;
                                       Σε μάχεται η θάλασσα 
                                     δεν την φοβάσαι;
                                            Ανέμοι σφυρίζουν και πέφτει νερό
                                                 Που πας καραβάκι με τέτοιο καιρό;  

          - Για χώρα πηγαίνω πολύ μακρινή θα 
            φέξουνε φάροι  πολλοί να περάσω , 
          βοριάδες, νοτιάδες θα'βρω μα θα
       φθάσω με πρίμο αγεράκι, με ακέριο πανί
                                                                                                         -  Κι αν οι κάβοι σου στήσουν
                        την   νύχτα καρτέρι; 
                                    Απάνω σου αν πέσει το κύμα 
                                  θεριό  και πάρει τους ναύτες
                                    τιμονιέρη;
                                   Που πας καραβάκι με τέτοιο καιρό;

                               - Ψηλά στο εκκλησάκι του βράχου που
                                 ασπρίζει για μένα έχουν κάμει κρυφή
                                 λειτουργία.
                                Ορθός ο Χριστός το τιμόνι μου αγγίζει
                               στην πλώρη μου στέκει η Παρθένα-Μαρία  




*-Καράβι, καραβάκι που πας γιαλό-γιαλό
με τα πανιά απλωμένα με το χρυσό σταυρό

 -Πάω για να φορτώσω σιτάρι στη Βλαχιά
νάρθουν οι βλαχοπούλες με τα ξανθά μαλλιά  




*Καράβι ανοίγει τα φτερά
την άγκυρα σηκώνει
Καραβοκύρης στέκεται
κρατώντας το τιμόνι

-Καράβι, στα ταξίδια σαου
θα βρεις λιμάνια χίλια
θ'ακούσης "καλώς όρισες"
από χιλιάδες χείλια

Μην τα πιστέψεις!
΄Απιστες ευχές, που ο 
αγέρας παίρνει
και τις σκορπά στο
δρόμο του και πίσω δεν
τις φέρνει!

Το μόνο "καλώς όρισες"
τη μόνη ευχή που πιάνει
θα την ακούσεις στο
φτωχό του τόπου σου 
λιμάνι!!!



*Μαύρα τα βουνά, καταχνιά τα θάφτει,
θύελλα περνά και βροντά και αστράφτει
΄Ανεμος φυσά, η καλύβα τρίζει,
ο γιαλός λυσσά και βογγά κι αφρίζει
Γλάρος που πετά φαγητό γυρεύει
βάρκα στ'ανοιχτά ναύτης κινδυνεύει
Αχ! παρακαλώ κάμε Πλάστη χάρη
σώσε τον καλό το φτωχό βαρκάρη!

      




*Τριαντάφυλλο κλειστό 
είδε ένα παιδάκι
κι ήταν τόσο γελαστό 
χαρωπό και  
μυριστό 
το τριανταφυλλάκι 

-Αχ!λουλούδι τροφαντό ,
είπε το παιδάκι
θα σε κόψω δεν βαστώ

-Αν με κόψεις σου 
κεντώ το μικρό χεράκι

Είπε το τριαντάφυλλο 
το τριανταφυλλάκι
Ξεκαρδίζεται γελά το 
τρελό παιδάκι
το τραβά το ξεκολλά
Τι αγκάθια, τι πολλά 
στο μικρό χεράκι!

Αχ!κακό τριαντάφυλλο ,
 τριανταφυλλάκι


Μικρός πουλί τριανταφυλλί
δεμένο με κλωστίτσα
με τα σγουρά φτεράκια του
στον ήλιο πεταρίζει

Κι αν το τηράξεις μια φορά
θα σου χαμογελάσει
κι αν το τηράξεις δυο και τρεις
θ'αρχίσει το τραγούδι






 *Αγαπάτε τα άνθη, αγαπάτε τα δάση
κάθε αγνό λουλουδάκι , κάθε πράσινο φύλλο
Που καλύτερον άλλο δε να βρείτε στην πλάση
και πιστότερο φίλο;

Με λιγάκι νεράκι, λίγο χώμα και αέρα
ξεφυτρώνουν , βλαστάνουν και το κόσμο 
στολίζουν και σε μιας ότι έχουν και σε μιας νύχτα-μέρα
την ζωήν τους χαρίζουν

Ξεκουράζει τα μάτια το γλυκό τους το χρώμα
μεσ'του ήλιου τη λαύρα μας δροσίζει η σκιά τους
οι καρποί τους μας τρέφουν δίνει σφρίγος στο σώμα
το αγνό αρωμά τους

'Οταν μέσα στα δάση το νερό μουρμουρίζει
και γλυκά ψιθυρίζει μεσ'στα φύλλα η αύρα
η θλιμμένη ψυχή μας ανασταίνει, ελπίζει
δεν τα βλέπει όλα μαύρα

Ναι! μειδίαμα είναι του Θεού το λουλούδι
π'όλο δρόσο και χάρη μεσ'στο κάμπο προβάλλει 
Ω! κανεν'άλλο πλάσμα  Ω! κανένα τραγούδι
δεν το φτάνει στα κάλλη

Αγαπάτε τα άνθη, αγαπάτε τα δάση,
κα΄θε αγνό λουλουδάκι, κάθε πράσινο φύλλο
Που καλύτερον άλλο θε να βρείτε στην πλάση
και πιστότερο φίλο






*Θέλω να κτίσω ένα σπιτάκι
στη μοναξιά και στη σιωπή
Ξέρω μια πράσινη ραχούλα
Δεν θα το κτίσω εκεί
Ξέρω στη χώρα τη μεγάλη
τον πλούσιο δρόμο τον πλατύ
με τα πλατάνια και τους κήπους
Δεν θα το κτίσω εκεί

Ξέρω το πρόσχαρο ακρογιάλι
όλο το κύμα το φιλεί
κρινόσπαρτη είναι η αμμουδιά του
Δεν θα το κτίσω εκεί

Ατέλειωτη τραβάει μια στράτα
σχίζει μια χέρσα απλοχωριά
σκληρά τη δέρνει τ'αγριοκαίρι
και ο ήλιος τη κτυπά

Μια στράτα χιλιοπατημένη
τον καβαλάρη νηστικό
το πεζοπόρο διψασμένο
θάφτει στον κορνιαχτό

Εκεί το σπίτι
με μια βρυσούλα στην αυλή
πάντα η γωνιά του να καπνίζει
κι η θύρα του νάναι ανοικτή




*"Σπίτι μου σπιτάκι μου
σπιτοκαλυβάκι μου ..."






*Παίζουν ο Κωστής κι ο Αλέξης
το παιχνίδι με τις λέξεις

Γρύλος , γρίφος και γρι-γρι
να τρεις λέξεις από "γρ"...

Πες ο ένας, πες ο άλλος
πω, πω σαματάς μεγάλος!

Τόσες λέξεις από "ρο" 
που τις βρήκα; απορώ.....

Κι άλλες να τελειώνουν σε "άνι"
Πάει η γλώσσα μου ροδάνι....

Ο Αλέξης  για ο Κωστής
θά'ναι τάχα ο νικητής;

Να ο Φάνης , να κι η Υβόνη
το παιχνίδι πια φουντώνει...

Κρυφακούει η αμυγδαλιά
σκαν'στα γέλια τα πουλιά....

Λέξεις φτερουγίζουν πέρα
ταξιδεύουν στον αγέρα

Παν'στον ουρανό ψηλά
κι'όλη η γειτονιά γελά....






Πόσα γράμματα μεγάλα
μούμαθ'η καλή δασκάλα
πόσα γράμματα πολλά
μακρουλά και στρογγυλά

Σε μπελά μπήκα μεγάλο
πέστε μου που να τα βάλω
Μες στη σάκα δε χωρούν
είναι τόσα που να μπούν;

Θα τα βάλω στο ταγάρι
θα γεμίσω και τ'αμπάρι
κι όσα δε χωρούν εκεί
θα τα χώσω στο σακί

Θα τα βάλω στο ζεμπίλι
για να μην τα τρων η ψύλλοι
θα του πω:
"Γεια και χαρά και 
του χρόνου πιο πολλά"


 


*Τρείς μήνες για το μάθημα
φροντίδα δεν θα έχω
και σαν ελεύθερο πουλί
εδώ και εκεί θα τρέχω

Σ'αφήνω γειά δασκάλα μου
σ'αφήνω μοναχή σου
μα πάντοτε δεν θα ξεχνώ
την κάθε συμβουλή σου!  




*Είμαι παιδάκι έξυπνο πολύ
όλα τα μαθαίνω 
την ίδια τη στιγμή
ότι και να μου πούνε δεν το
λησμονώ έχω στο 
κεφάλι μπόλικο μυαλό  
Σ'αυτό το σπίτι όλοι πολύ
μ'αγαπούν και δεν το κρύβουν
και μου το μολογούν  




*H μαμά μου βγήκε έξω
και μ'άφησε να παίξω
έφαγα όλο το γλυκό
από το βάζο το μικρό
σαν γυρίσει τι θα πώ;
Πω! πω! πω! 
πως θα ντραπώ!!!!



"Για την μαμά και τον μπαμπά και τα αδελφάκια μας" 




*Έχω μια γλυκιά μανούλα
που πολύ με αγαπά
Νύχτα, μέρα με φροντίζει
και για με καρδιοχτυπά
Σαν γλιστρήσω και χτυπήσω
θε να τρέξω στο λεπτό
Στην αγκάλη της να πέσω
με λαχτάρα και καημό
Μ' ένα της γλυκό φιλάκι
κάθε πόνος πάει μακριά
Κι' είν' η πιο ζεστή φωλίτσα
η γλυκιά της αγκαλιά 





*Μεσ'στο σπίτι 
ποιος γυρίζει
ασταμάτητα όλη μέρα
μαγειρεύει, συγυρίζει,
πλένει, ράβει και στολίζει;

Η χρυσή μου η μητέρα

Έξω που άλλοτε 
χιονίζει 
ή φυσά τρελός αέρας
κι άλλοτε η βροχή
ποτίζει όλη μέρα
ποιος γυρίζει;

Ο χρυσός  μου ο πατέρας

Ποιος μαθαίνει 
κάθε μέρα τόσα ωραία
στο σχολείο
Ποιος ακούει τον πατέρα
δεν πικραίνει τη μητέρα;

Δεν το ξέρετε;

Είμαι εγώ !!!!




* Πήρε και βραδιάζει
έκλεισε η αγορά
η μητέρα φτιάχνει
το τραπέζι με χαρά

Κάποιον σαν κι εμένα
περιμένει χαρωπά
κάποιος γνωρισμένα
στην εξώθυρα χτυπά

Άκουσέ τον κάτω
μητερούλα μου καλή
να το πατημά του
τρίζει στο σκαλί

Μύρισ' ο αγέρας
έφεξε το σπιτικό

΄Ερχεται ο πατέρας
με χαμόγελο γλυκό 



*Ποιος την κούνια μας
κουνάει όταν είμαστε μικράκια;

Ποιος χαμογελά στο πλάι
και γλυκά μας λέει λογάκια
και τον ύπνο προκαλεί;

Η μαμά μας η καλή !

Τα μαλλιά μας ποιος χτενίζει
ποιος μα καμαρώνει αλήθεια
ποιος παιχνίδια μας χαρίζει
Ποιος μα λέει παραμύθια
στη φωτίτσα μας σιμά ;

Η γλυκιά μας η μαμά!

Κι όταν κάποτε ένα στόμα
κάτι με θυμό μας λέει κι όταν
παρακούμε ακόμα ποιος πονά
και σιγοκλαίει κι έχει πίκρα
στην καρδιά:

Πάντα η μάνα μας παιδιά!!!! 





* "Μάνα" κράζει το παιδάκι
μάννα ο νιός και μάνα ο γέρος
μάνα ακούς  σε κάθε μέρος
Α! τι όνομα γλυκό

Τη χαρά στου και τη λύπη
με τη μάνα τη μοιράζεις
ποθητά την αγκαλιάζεις
δεν της κρύβεις μυστικό

Εις τον κόσμο άλλο πλάσμα
δεν θα βρεις να σε μαντεύει
σαν την μάνα που λατρεύει
σαν τη μάνα, που πονεί

Την υγειά της, της ζωή της
όλα η μάνα τ'αψηφάει
για το τέκνο π'αγαπάει
για το τέκνο που φιλεί

Όπου τρέχεις , πάντα η μάνα
με το νου σε συντροφεύει
σε προσμένει σε γυρεύει
μ'ανυπόμονη καρδιά

Κι αν, σκληρός εσύ, φαρμάκια 
την ποτίζεις την καημένη,
πάντα η μάνα σ'απανταίνει
με τα ολόθερμα φιλιά

Δυστυχής όποιος την χάνει
Ο καημός είναι μεγάλος
Σαν τη μάνα δεν είν'άλλος
εις τον κόσμο θησαυρός

Κι όποιος μάνα πια δεν έχει
"μάνα"κράζει στ'ονειρό του
πάντα "μάνα" στον καημό του
είν' ο μόνος στεναγμός !! 





*Mάνα δεν βρίσκεται λέξη
καμία νάχει στον ήχο της 
τόση αρμονία,
σαν ποιος να σ'άκουσε
με στήθος κρύο
όνομα θείο

Παιδί από σπάργανα
ζωσμένο ακόμα με
χάρη ανοίγοντας
γλυκά το στόμα
γυρνάει στον άγγελο
που τ'αγκαλιάζει
και μάνα κράζει

Στον κόσμο τρέχοντας
ο νέος διαβάτης
πέφτει στ'αγνώριστα
βρόχια της απάτης
και αναστενάζοντας
Μάνα μου ! λέει
Μάνα ! και κλαίει

Της νιότης φεύγουνε
τ'άνθια κι η χάρη
τριγύρω σέρνεται
με αργό ποδάρι
ώσπου στην κλίνη του
σαν βαρεμένος 
πέφτει ο καημένος

Και πριν την ύστερη
πνοή του στείλει
αργά ταράζοντας
τα κρύα χείλη
και με το Μάνα μου!
πρώτη φωνή του
πετά η ψυχή του


                                                 



*-Μπαμπά τι ώρα είναι;
-Οχτώ!
-Δεν μπορώ να κοιμηθώ....
-Γιατί;
-Φοβάμαι
-Από τι;
-Κάτω απ'το κρεβάτι είδα ένα μάτι
έχει κι ένας νάνος βέλη σαν ινδιάνος
Οι σκιές στον τοίχο κάνουν έναν
ήχο σαν ατμός που βράζει και
μ'ανατριχιάζει.
-Μπαμπά τι ώρα είναι;
-Οκτώμισι!
-Δεν μπορώ να κοιμηθώ.....
-Γιατί;
-Φοβάμαι
-Από τι;
-Βλέπω τερατάκια και φαντασματάκια
τους σαράντα κλέφτες βλέπω στους καθρέπτες
Μέσα στα παιχνίδια ξέρω έχει φίδια , λύκους,
αλεπούδες και χοντρές αρκούδες
-Μπαμπά τι ώρα είναι;
-Εννιά!
-Δεν μπορώ να κοιμηθώ.......
-Γιατί;
-Φοβάμαι
-Από τι;
-Μην μ'αφήσεις μοναχό με μεγάλο πόνο,
μην τυχόν και πέσω και δεν σου αρέσω
Μην τυχόν και χάσω, μην το πόδι σπάσω
το βαθύ σκοτάδι της νυχτιάς το χάδι
-Μπαμπά τι ώρα είναι;
-Εννιάμισι!
-Δεν μπορώ να κοιμηθώ..... 
-Γιατί;
-Φοβάμαι
-Από τι;
-Μην να αποτύχω, όλη νύχτα βήχω
μη ματώσει η μύτη ή δεν έχω σπίτι
Όλα αυτά φοβάμαι μόνος δεν κοιμάμαι
όλη η αλήθεια μες στα παραμύθια
-Μπαμπά τι ώρα είναι;;;;; 





*Ένα παιδί μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας τη κόρη

-Δεν αγαπώ εγώ του λέει,
παιδιά μ' αν θέλεις να σου δώσω
το φιλί μου της μάνας σου να φέρεις
την καρδιά να ρίξω να τη φάει
το σκυλί μου.

Τρέχει ο νιός , την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει
και τρέχει να την πάει , 
μα σκοντάφτει και πέφτει ο νιός
κατάχαμα με δαύτη

Κυλάει ο νιός και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει
Μιλάει η μάνα στον παιδί και λέει

"'Εχτύπησες αγόρι μου " και κλαίει 





*Το δείπνο φτιάχνει η μάνα μας
ψαρόσουπα μυρίζει!
ρουφά την άχνα η γάτα μας
και γλυκορουθουνίζει

Παράτησε το πλέξιμο τώρα 
κι η γιαγιά , νυχτώνει
και στην αυγλή μας
στρώνεται σιγά-σιγά
το χιόνι

Τριζοβολούν τα κούτσουρα
κι η πιο μικρή εγγονή
σιμά στο τζάκι σούβαλε
γιαγιά ένα σκαμνί

- Τι θέλουν τα παιδάκια μου ;
τον κοντορεβιθούλι;
του νάνους;την πεντάμορφη;
του μάγου το σακούλι;

Μαζεύτηκαν τριγύρω της 
κι αρχίζει :
"Σε μια χώρα κάποια νυχτιά,
που χιόνιζε καληώρα σαν
και τώρα ...................."

Κι ακούν αυτά και στέκονται
μ'ορθάνοιχτο το στόμα

-Γιαγιάκα ο σκύλος τρέξετε 
ν'ανοίξτε στο πατέρα
να κι η μανούλα, που 
έρχεται κρατώντας
την σουπιέρα

Με γέλια τώρα κάθονται 
τριγύρω απ'το τραπέζι
και το γατάκι ολόχαρο
με την ουρά του 
παίζει





*Σ'αυτό τον κόσμο το μεγάλο
σαν την μανούλα μου είναι άλλο;

Ξυπνώ κι ως να τη δω μπροστά μου
τίκ-τάκ, τίκ-τάκ, χτυπά η καρδιά μου

Σαν έρθει αμέσως ησυχάζω
πετιέμαι ορθή, την αγκαλιάζω

Το κρύο νερό πως με ζεσταίνει
όταν το χέρι της με πλένει!

Και τι απαλά που με χτενίζει
με ντύνει και με συγυρίζει!

Ποτέ δεν είδα να θυμώνει,
πάντα μ'αγάπη με μαλώνει

Το γάλα που μου φέρνει πίνω
μα και στο γάτο λίγο δίνω

Σαν φτάνει η ώρα του σχολείου
φωνάζω χαίρε του σπιτιού μου

Διαβάζω, λέω το μαθημά μου
μα είν'η μανούλα μακριά μου

Κι όλο η καρδιά τίκ-τάκ 
μου κάνει το μεσημέρι
ως να σημάνει






  

*Τώρα θέλετε να πω ποιούς στον
κόσμο αγαπώ.
Αγαπώ τη μητερούλα μα και τον 
μπαμπά πολύ , τ'αδελφάκια , τη 
γιαγιά μου, τον καλό μου το 
παππού.
Αγαπώ και τα παιδάκια στο σχολείο
που πηγαίνω , τη δασκάλα, τη νονά
μου, κάθε πλάσμα , ας είναι ξένο.
Κι όλα τα παιδιά του κόσμου, 
άσπρα, κίτρινα, μαυράκια 
Νά'τανε μ'όλα να παίζω και
να λέω τραγουδάκια




*Αδελφάκι μου καλό
ας  χορέψουμε τα δυό
μπρος το'να πόδι
και τ'αλλο πίσω
κι ύστερα γύρω,
γύρω, γύρω


Απ'το χέρι σε κρατώ
και γυρίζω στο χορό
μπρος το'να πόδι
και τ'αλλο πίσω
κι ύστερα γύρω,
γύρω, γύρω


΄Ολοι παίζουν στην αυλή
και μεγάλοι και μικροί
μπρος το'να πόδι
και τ'αλλο πίσω
κι ύστερα γύρω,
γύρω, γύρω


*Πάνω στο άσπρο το χαρτί
ζωγραφίζω ένα σπιτάκι
καναπέ, χαλί και τζάκι

Καθιστούς στον καναπέ
σχεδιάζω ένα πατέρα
δυό παιδιά και μια μητέρα

Κι επειδή θέλω πολύ
να φανεί στη ζωγραφιά μου
η χαρά που'χει η καρδιά μου
στων χειλιών της άκρες κάνω
προς τα πάνω να κοιτάνε
κι έτσι όλοι τους γελάνε







"Για τον παππού και την γιαγιά"








*Κάθεται η Λιλίκα στην βεράντα
κι'έχει το γατάκι της κοντά
και ένα καλαθάκι με γιρλάντα
έχει στην ποδιά της και κεντά

Λάμπει στο χεράκι το βελόνι
τραγουδούν τα χείλη που και που
και έτσι σε λιγάκι τελειώνει
μια σκουφίτσα μαύρη του παππού 


 


*Η γιαγιά μας η καλή
έχει κότες στην αυλή
κότες και κοτόπουλο
χήνες και χηνόπουλα

Άσπρη πάπια με παπιά
γάιδαρο με τόοοοσα αυτιά
γαλοπούλα κι ένα γάλο
φουσκωμένο και μεγάλο

Και τον πρώτο πετεινό
μέσα σ'όλο το χωριό
που λαλεί κάθε πρωί
στης γιαγιά μας την αυλή

Η γιαγιά μας η καλή
έχει ραπτομηχανή
και γαζώνει και μπαλώνει
το παππού το παντελόνι
Κι ο παππούς απ'την χαρά
του κατουράει τα βρακιά του







 






* Στην καρέκλα την παλιά
με τα κάτασπρα μαλλιά
ο γερό παππούς κοιμάται
μη μιλάτε , μη μιλάτε

Μουρμουρίζει σιγανά
μες στον ύπνο και γελά
Μη μιλάτε και ξυπνήσει
γιατί τ'όνειρο θα σβήσει

Κι είναι τ'όνειρο γλυκό
κι είναι τόσο μαγικό
ο παππούς βλέπει λιγάκι
πως ξανάγινε παιδάκι

Τη χαρά του που βλέπει
ακόμα ένα παππού
που τον κρατά στα στήθια
και του λέει παραμύθια

Στην καρέκλα την παλιά
με τα κάτασπρα μαλλιά
ο γερό παππούς κοιμάται
μην μιλάτε, μην μιλάτε 




-Παππού , μου δίνεις λίγο σπάγκο;

-Φεύγα παιδάκι μου απ'τον πάγκο

-Τι έχεις παππούλη εκεί στο γόνα
και το τρυπάς με τη βελόνα

-Δε σ'αγαπώ σταλιά , κουκούτσι

-Δωσ'μου να ράψω ένα παπούτσι

-Να μεγαλώσεις να σου δώσω

-Τώρα παππού!

-Θα σε μαλώσω!

-Ελα που να'χεις την ευχή μου
μη μου σκουντάς τον αγκώνα
έλα, πήγαινε στη γιαγιά παιδί μου
που θα σου δώσει καραμέλα...
Νά τη εκεί πέρα με τη ρόκα
Τη βλέπεις;

-Δώσε μια πρόκα

-Σύρε να παίξεις στην αυλή...

-΄Οχι θα πάρω το σουβλί

-Ωχ! Ωχ! παππού το δαχτυλό μου!

-Τ'είναι σε τσίμπησε μικρό μου
Ποιός σου'πε το σουβλί να πάρεις
Μικρούλης ήσουν για τσαγκάρης...





Να τη πάλι απόψε
στο κοντό σκαμνί της
η γιαγιά η Φιορούλα
με την εγγονή της

Η εγγονή διαβάζει
κι η γιαγιά προσέχει
Θέ μου τι ευτυχία
τι καμάρι που έχει

"Τώρα εσύ, γιαγιά μου
λέγε παραμύθια
για βασιλοπούλες
και κουτά ορνίθια

Εγύ θα σου διαβάζω
ε!γιαγιά να μάθεις..."
Κι η γιαγιά 
"Ψυχή μου την ευχή
μου νά'χεις"






 


*Οι κοτούλες στην αυλή  
κακαρίζουν την αυγή και
η γιαγιά η κυρά-Ειρήνη
την ευχούλα της τους δίνει
να γεννήσουν χίλια αυγά
για να φάνε τα παιδιά



  

*Καληνύχτα μπαμπά
καληνύχτα μαμά
καληνύχτα χιονάτε
παιχνιδιάρη μου γάτε
και μες την αποθήκη
καληνύχτα ποντίκι




*Χαρωπό και φοβισμένο
με τα μάτια γελαστά
στο τραπέζι ανεβασμένο
η γιαγιά του το βαστά

Το βαστά και προσπαθεί
μιά στιγμούλα να τ'αφήσει
να το κάνει να σταθεί
να το κάνει να βαδίσει

Απ'αντίκρυ η Αντιγόνη
αδερφούλα του καλή
τα χεράκια της απλώνει
και με γέλια το καλεί

Και του κράζει δυνατά
-'Ελα, έλα! Πάρε θάρρος!
Σήκωσε καμαρωτά
του μικρού κορμιού το βάρος

Βάδιζε και μη φοβάσαι
όπως δεν φοβούμ'εγώ
τίποτα μη συλλογάσαι
μη γυρεύεις οδηγό

Κι η γιαγιά χαμογελά
και του λέει : Πριν  βαδίσεις,
πρώτα κοίταξε καλά
που το πόδι θα πατήσεις

Πρώτο βήμα που θα κάνεις
την ορμή σου να κρατείς
στο σκοπό ποτέ δε φτάνεις
αν δεν ξέρεις που πατείς

Τώρα ακόμη σε βαστώ
όταν μόνο θα βαδίζεις
φρόντισε νάναι σωστό
κάθε βήμα, που θ'αρχίζεις




               "Για τα αγαπημένα μας ζωάκια"           




*Ποτέ δεν θα πειράξω
τα ζώα τα καημένα
μη τάχα σαν και μένα
κι εκείνα δεν πονούν

Θα τα χαϊδεύω πάντα
προστάτης τους θα γίνω
ποτέ δεν θα τ'αφήνω
στους δρόμους να πεινούν

Σαν δεν μιλούν εκείνα
και ο λόγος αν τους λείπει
μήπως δεν νοιώθουν λύπη
δεν νοιώθουν και χαρά
 
Μήπως καρδιά δεν έχουν
στα στήθη τους κρυμμένη
που την χαρά προσμένει
και αγάπη λαχταρά;;;








Αρνάκι άσπρο και παχύ
της μάνας του καμάρι
εβγήκε εις την εξοχήν
και στο χλωρό χορτάρι

Απ'την χαρά του την πολλή
απρόσεχτα πηδούσε
της μάνας του τη συμβουλή
καθόλου δεν ψηφούσε
 
-Καθώς παιδί μου προχωράς
και σαν ελάφι τρέχεις να
κακοπάθεις ημπορείς και
πρέπει να προσέχεις
 
Χαντάκι βρέθηκε βαθύ
ορμά σαν παλικάρι
να το πηδήσει προσπαθεί
και σπάει το ποδάρι



 Μια γίδα μια φορά
κουνώντας την ουρά
εχώθηκε κρυφά
να φάει  χλωρά κουκιά

Κουνούσε την ουρά
και μάσαγε γερά

Ο Μπάρμπας ο Κουκιάς
την άρπαξε με μιάς
κι ευθύς ο φουκαράς
τρέχει στους δικαστάς


Κουνούσε την ουρά
και μάσαγε γερά

Η γίδα τοτ'εκεί
πολύ προσεκτική
τους νόμους ερευνά
και της πηγαίνει....νά

Κουνούσε την ουρά
και μάσαγε γερά

Εχει πια αντιληφθεί
πως θα τιμωρηθεί
αρπάζει το κλειδί
και φεύγει στη στιγμή

Κουνούσε την ουρά
και μάσαγε γερά
















Πάπιες , χήνες
πέρδικες του ποταμού
έχει η κόρη μου να πιει
να λουστεί , να χτενιστεί
κι ύστερα να στολιστεί
στο γιαλό να κατεβεί


*Παίζουν μπάλα τα χταπόδια
και με τα οκτώ τους πόδια
Κι έρχονται όλα τα ψάρια
γίνονται μαλλιά κουβάρια

Γκοοοοοοολλλλλ!!!

Φωνάζει η σαρδέλα τον κολιό
τον πιάνει τρέλα.
Τούμπες κάνει η καραβίδα
που τις έστριψε η βίδα
Σαματάς και φασαρία
Ξάφνου βλέπουν καρχαρία
Κι όπου φύγει,φύγει, φύγει....

Ο αγώνας έτσι λήγει!!!!





 *Η μικρή αράχνη με κόπο ανεβαίνει
πέφτει η βροχή και πάλι κατεβαίνει

Βγαίνει ο ήλιος στεγνώνει τη βροχή
και η μικρή αράχνη αρχίζει απ'την αρχή 










Πάνω στην βελανιδιά
κάθεται μια κουκουβάγια
Έχει μάτια γουρλωτά
και φωνάζει δυνατά

Κου-κου-βά
Κου-κου-βά
Κουκουβάγια

βάγια , βάγια
Κου-κου-βά
Κου-κου-βά
Κουκουβάγια

βάγια , βάγια

Στης νυχτιάς τη σιγαλιά
κάποιοι γρύλοι τραγουδούνε
μα η κυρά Κουκουβάγια
τους φωνάζει δυνατά

Κου-κου-βά
Κου-κου-βά
Κουκουβάγια

βάγια, βάγια
Κου-κου-βά
Κου-κου-βά
Κουκουβάγια

 βάγια, βάγια


Κούκου-Κούκου οι κούκοι
στα βουνά την άνοιξη μας 
διαλαλούν πως έρχεται ξανά
Κούκου-Κούκου





* Περιστέρια άσπρα πετούν
στο μπαλκόνι σου ίσως να' ρθουν
Δέσε στο πόδι τους άσπρο χαρτί
στείλε ένα μήνυμα σ' όλη τη γη

Θα περάσουν βουνά και θάλασσες
να βρουν τη χώρα που διάλεξες
Με την απάντηση θάρθουν ξανά

Στείλε μήνυμα !!!!!!!

Με λίγο ψωμάκι και λίγο νερό
κι αν είσαι εσύ παιδί τυχερό
πάνω στον ώμο σου θάρθουν
θέλουν για λίγο να
ξεκουραστούν ....... 





Μόλις το κουδούνι απ'την αυλή
τα παιδιά για μάθημα καλέσει
να τα περιστέρια μες στη μέση
πάνω στου ήλιου το ζεστό χαλί

Περπατούν εκεί, καμαρωτά
μαύρα, καφετιά, λευκά, γαλάζια
άκου γουργουρίσματα και νάζια
κεφαλάκια μια στιγμή σκυφτά

Ψάχνουνε για ψύχουλα που εκεί!
από των παιδιών πέσαν τα χέρια
τα τσιμπολογούν τα περιστέρια
και είν\η κίνησή τους βιαστική

Κι από μέσα βλέπουν τα παιδιά...
Αφτερα, τ'αδέρφια τους ζηλεύουν
να μπορούσανε κι εκείνα να μαζεύουν
ήλιο, ολημερίς μες στην ποδιά....





*Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι
θα σου αγοράσω ένα κοκοράκι
το κοκοράκι κι-κι-ρι-κι-κί
να σε ξυπνάει κάθε πρωί


Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι
θα σου αγοράσω μια κοτούλα
η κοτούλα κο-κο-κό
το κοκοράκι κι-κι-ρι-κι-κί
να σε ξυπνάει κάθε πρωί


Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι
θα σου αγοράσω μια γατούλα
η γατούλα νιάου-νιάου
η κοτούλα κο-κο-κό
το κοκοράκι κι-κι-ρι-κι-κί
να σε ξυπνάει κάθε πρωί


Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι
θα σου αγοράσω ένα πουλάκι
το πουλάκι τσίου-τσίου
η γατούλα νιάου-νιάου
η κοτούλα κο-κο-κό
το κοκοράκι κι-κι-ρι-κι-κί
να σε ξυπνάει κάθε πρωί


Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι
θα σου αγοράσω ένα γουρουνάκι
το γουρούνι γρουτς-γρουτς
το πουλάκι τσίου-τσίου
η γατούλα νιάου-νιάου
η κοτούλα κο-κο-κό
το κοκοράκι κι-κι-ρι-κι-κί
να σε ξυπνάει κάθε πρωί


Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι
θα σου αγοράσω ένα σκυλάκι
το σκυλάκι γάου-γάου
το γουρουνάκι γρουτς-γρουτς
το πουλάκι τσίου-τσίου
η γατούλα νιάου-νιάου
η κοτούλα κο-κο-κό
το κοκοράκι κι-κι-ρι-κι-κί
να σε ξυπνάει κάθε πρωί




Κάνει κρύο κάνει τσίφι
για το δόλιο το κοτσύφι






*Μια ωραία πεταλούδα
μια ωραία πεταλούδα
μια ωραία πεταλούδα
σ'ενα κήπο μια φορά
καμαρώνει και απλώνει
τα γαλάζια της φτερά


Όλο το καιρό γυρίζει
όλο το καιρό γυρίζει


 

όλο το καιρό γυρίζει
και τα άνθη χαιρετά
πότε κάθεται στο ένα
πότε κάθεται στο ένα
πότε κάθεται στο ένα
πότε φεύγει και πετά

Λάμπουν κόκκινες πιτσίλες
λάμπουν κόκκινες πιτσίλες
λάμπουν κόκκινες πιτσίλες
στα γαλάζια της φτερά
λάμπουν κόκκινες πιτσίλες
στα γαλάζια της φτερά

΄Οταν έρθει ο χειμώνας
όταν έρθει ο χειμώνας
όταν έρθει ο χειμώνας
πέφτει κάτω και ψοφά
και όταν έρθει καλοκαίρι
ζωντανεύει και πετά







 



*Στάσου πεταλουδίτσα μου
στάσου να σε τσακώσω
δεν θα σου τσαλακώσω
καθόλου τα φτερά.
Θα σε ποτίζω ζάχαρη
θα σε ποτίζω μέλι
θα σού'χω για σπιτάκι
κουτάκι από χρυσό 




Φύγε-φύγε ποντικάκι *
μη σε φάει το γατάκι
κι αν σε πιάσει πεινασμένο
θα σε φάει το καημένο

 
*Η καλή μας αγελάδα
τρώει κάτω στη λιακάδα
μικρά χόρτα και μεγάλα
για να κατεβάσει γάλα
 

Να το κάνουμε τυράκι
να το κάνουμε βουτυράκι
να το βάλουμε στο πιάτο
να μας πουν

Ορίστε φάτο !!! 










Αχ!!! κουνελάκι , κουνελάκι
ξύλο που θα το φας
Μέσα στο ξένο περιβολάκι
τρύπες γιατί τρυπάς

Μην μου σουφρώνεις τη μυτούλα
μην μου κουνάς τα αφτιά

Μην μου κλείνεις το ματάκι
είσαι μια ζωγραφιά






*Νύχτα ο λαγός εβγήκε
λαχανόκηπο εβρήκε
βγαίνει έξω να βοσκήσει
την κοιλιά του να γεμίσει
Μπαμ!!! ηκούσθει στο αέρα
και τα βόλια πήγαν πέρα
και το ζώο το καημένο
ετινάχθει τρομαγμένο


 


Ο λαγός στο λόγγο πλάγιασε
φαίνεται πως ασθενεί
και το σώμα δεν κινεί ασθενεί
Πήδηξε λαγέ μου , πήδηξε
τρέξε φύγε παρεφθείς
κι'απ'το λύκο θα πιαστείς
θα πιαστείς


*Ήταν ένας γάιδαρος
με μεγάλα αφτιά
Το παχνί δεν τ' άρεσε
ήθελ' αρχοντιά

΄Ηθελε η μούρη του
να φορέσει σέλα και
να καμαρώνετε με
το σύρε κι έλα

Στον δρόμο που επήγαινε
είδε μια αλεπού

-Γάιδαρε, τον ρώτησε
για πού;για πού; για πού;

-Δεν σου λέω αλεπού τι
δρόμο θε να πάρω την
κακή τη σκέψη σου την
ξέρω κυρά - Μάρω 









Στο λιβάδι ξεχασμένος
ένας γάιδαρος βοσκούσε
Τίποτ' άλλο δεν ζητούσε
ο καημένος

Το χορτάρι του μασούσε
κι ήταν τρισευτυχισμένος
και το ξύλο λησμονούσε
ο καημένος

Και την τύχη ευχαριστούσε
που δεν ήταν φορτωμένος
και τα δύο του αυτιά κουνούσε
ο καημένος
 
Τους εχθρούς του συγχωρούσε
κι ήταν συχωρεμένος και
τον κόσμο αγαπούσε
ο καημένος

Το Θεό παρακαλούσε για να
μείνει εκεί δεμένος και να
βόσκει όσο ζούσε
ο καημένος





* Ας ήταν όλη τη ζωή μου
σαν και σήμερα
που είν'όλα γύρω μας
και όμορφα και ήμερα
και είναι τόσο γαλανός
και τόσο φωτεινός
ο ουρανός

Ας ήταν σήμερα ο χρόνος
να σταμάταγε κάθε στιγμή
ένα αιώνα να εκράταγε και 
να μην έφτανε ποτε-ποτε
το δειλινό το σκοτεινό

Ντε!  βρε γαιδαράκο ντε
ντε με τα γαιδούρια τ'άλλα
γαιδαράκο κουτεντέ

Ντε! βρε γαιδαράκο ντε
τι την θέλεις την τρεχάλα
τρέχουν μόνο οι κουτοί

Τράβα όπου θέλουν τώρα
να σε παν και τα πεταλάκια
άσε να χτυπάν , να χτυπάν
κι όπου παν , κι όπου παν

Η ζωή ανθίζει ωραία 
να περνάς να μην σκέπτεσαι
ποτέ ανθρώπινα να περνάς
σιγανά-σιγανά








Τον ψύλλο τον επιάσανε 1 - 2 - 3 - 4
το ψύλλο τον επιάσανε 5-6-7
 
Στην φυλακή τον πάνε 1-2-3-4
στην φυλακή τον πάνε 5-6-7

Τον ψύλλο τον σκοτώσανε 1-2-3-4
τον ψύλλο τον σκοτώσανε 5-6-7

Κι ο ψύλλος βρικολάκιασε 1-2-3-4
κι ο ψύλλος βρικολάκιασε 5-6-7

Τον κυνηγάει το ιππικό 1-2-3-4 
  τον κυνηγάει το ιππικό 5-6-7
κι'η αεροπορία 1-2-3-4
κι'η αεροπορία 5-6-7







*Κάτω στο γιαλό , κάτω στο περιγιάλι
κάποιος πάτησε του ψύλλου το ποδάρι


Βγάζει ο ψύλλος μια φωνή
"το ποδαράκι μου πονεί , σύρτε φέρτε το
γιατρό να γιατρέψει το κακό"
κάτω στο γιαλό , κάτω στο περιγιάλι
έτρεξε ο γιατρός να γιάνει το ποδάρι

"Καλημέρα κυρ-γιατρέ κάθισε στον καναπέ
να σου ψήσω ένα καφέ να μας πείς μια
συνταγή για του ψύλλου την πληγή "

"Αλοιφή ! Αλοιφή! για του ψύλλου την πληγή" 










Μια φορά και έναν καιρό
μπήκε η γάτα στο χωρό
με γοβάκια και φουρό
κι απ'την πολλή χαρά
κουνούσε την ουρά


 
Κι όταν φούντωσε ο χορός
κι έγινε πιο ζωηρός
ένας γάτος πονηρός
τη ζύγωσε απαλά και
είπε πονηρά

Νιάου!νιάου! βρε γατούλα
με τη ρόζ μυτούλα
γατούλα μου μικρή
Νιάου! σ'έχουμε μη στάξει
κι είναι από μετάξι η γούνα
σου η γκρί

Στ'αληθινά δεν ξανάδα
πουθενά δυο ματάκια γαλανά
τόσο ζωηρά και σοβαρά είναι
η πρώτη μου φορά πού'δα να
κουνάν ουρά τόσο πονηρά
Νιάου!Νιάου! Νιάου










Καλημέρα , Ψιψίνα
μ'αρέσεις πολύ
Εχεις μαύρα μουστάκια
και γούνα απαλή
όταν ψάρι μυρίζεις
τριγυρνάς νιαουρίζεις
μ'ορθή την  ουρά

Καληνύχτα, Ψιψίνα
σιμά στη φωτιά
με τις σπίθες αστράφτει
η χρυσή σου ματιά
τα ποντίκια κρυφτήκαν
ο αέρας περνά
κουλουριάσου Ψιψίνα
και κοιμήσου ξανά



Γάτος σαν έμαθε
πως κάποιες όρνιθες
βαριά αρρωστήσανε
γιατί δεν βρίσκανε
να πιουν νερό
τρέχει ο παμπόνηρος
γιατρός εντύθηκε
γυαλάκια φόρεσε
και λέει στις όρνιθες
με  ύφος σοβαρό

Καλέ γειτόνισσες 
τι μου επάθατε 
Πως είστε σήμερα
Τώρα μου τόπανε 
κι έτρεξα ευθύς

Μ'αυτές σαν έξυπνες
του αποκρίθηκαν

Σα θες, ψευτογιατρέ
καλά να γίνουμε
μην ξαναρθείς








*Ο μαύρος μου ο γάτος καμιά δουλειά
δεν κάνει χορεύει στην ταράτσα με
κέφι ζωηρό
Ο μαύρος μου ο γάτος νάτος , νάτος
χορεύει στην ταράτσα
με κέφι ζωηρό 



Τρεις κοτούλες 
στην αυλή
πρώτη πάει η παρδαλή
είναι η μαύρη η μεσιανή
κι η άσπρη πίσω ακολουθεί
Περπατούν καμαρωτές

 κι 'ολοι 
λεν ποιές είναι αυτές
 

*Πετεινός μεσ'στην αυλή
Κικιρίκου-κι λαλεί
έχει ένα λοφίο πρώτης
και σπιρούνια σαν ιππότης

Έχει μια ουρά ψηλή
φουντωτή και παρδαλή
και στην μούρη του για
γένια δύο φυλλάρια
κρεατένια

Την αυγούλα που λαλεί
σείει φτερά και κεφαλή
Κικιρίκου-κι γειτόνοι
Σηκωθείτε ξημερώνει





*Τον αιτό τον έκλεισαν μέσα 
σ'ένα κοτέτσι κι ο κόκορας
τον ρώτησε :
-Γιατί πικραίνεσ'έτσι που τ'άχεις όλα
τώρα , και το νερό στο τόπο σου
και το φαί στην ώρα και στα κατσάβραχα
δεν πας όπου μπορεί στο τέλος μες στα καλά 
καθούμενα να φας κανένα βέλος
Για πές μου τι σου λείπει κι όλο σε δέρνει
η λύπη και την καρδούλα σου χαλάς;
 Κι εκείνος τ'αποκρίθηκε:
-Σαν κόκκορας μιλάς





*-Βασιλιάς δεν είμαι κορόνα φορώ
Ρολόγι δεν έχω τις ώρε μετρώ
Τι είναι ;

-Κικιρίκοοοοοουυυ
ο κόκορας





*Ο κόκορας επίδειξε από το παραθύρι
και η μάνα του του φώναξε που πας 
καραβοκύρη;
-Πάω να φέρω μάρμαρα να χτίσω 
μοναστήρι να βάλω τις κοτούλες μου
να μην τις φάνε οι ψύλλοι!!!!











*Στο κοτέτσι έχουμε πάρει
ένα νέο πετεινάρει
πούχει όμορφες φτερούγες
και μια φουντωτή ουρά
κι όλο έρχεται και πάει
και τις κότες μας τσιμπάει
και φωνάζει κοκορίκο
δυνατά κάθε φορά

Κοκορίκο , κοκορίκο 
πετεινέ μου πιτσιρίκο
με το κόκκινο λειρί
Κοκορίκο, κοκορίκο
για καυγά είσαι απίκο
πετεινέ μου πιτσιρίκο
που μας κάνεις τον βαρύ
κο-κο-κο-κο-κο-ρί

Τώρα πούσαι στο κοτέτσι
μη τσιμπάς τις κότες έτσι
και μη βάζει κάθε τόσο
τη φωνή τη δυνατή
Γιατί θα θυμώσον τ'άλλα
τα κοκόρια τα μεγάλα 
και θα σου τσουρομαδήσουν
την ουρά τη φουντωτή

Κοκορίκο , κοκορίκο 
πετεινέ μου πιτσιρίκο
με το κόκκινο λειρί
Κοκορίκο, κοκορίκο
για καυγά είσαι απίκο
πετεινέ μου πιτσιρίκο
που μας κάνεις τον βαρύ
κο-κο-κο-κο-κο-ρί




*Η κυρά Μάρω η Αλεπου
στο χωριό μας κατεβαίνει
Κάτι άκουσε εκεί , κάτι τι
σαν μουσική
Τι συμβαίνει, τι συμβαίνει
και τρεχάτη κατεβαίνει
κάποια κότα κακαρίζει
Μμμμμμ!!!!κοτόπουλο 
μυρίζει 

Σαν δεν είχε τι να φάει
μια αλεπού πονηρεμένη
αποφάσισε να πάει
και καλογριά να γένει

Τρεις κοκόροι που δεν έχουν
στη κεφαλί λίγη γνώση
την πιστεύουνε και τρέχουν
την ευχή της να τους δώσει

Μπαίνουν μέσα στο κελί της
τους ξομολογά εκείνη
και κουνεί την κεφαλή της
και συγχώρεση τους δίνει

Και χωρίς να χάσει ώρα
καθώς ήταν πεινασμένη
τους αρπάζει κι είναι τώρα
και οι τρεις συγχωρεμένοι

Και η αλεπού τους κλαίει
τους μοιρολογά και λέει:
"Ετσι την παθείνουν όσοι
έχουνε κοκόρου γνώση"




*Στέκουνε κι οι δυό μαζί
συντροφιά σ'ένα κλαδί
σαν να του έκαναν μάγια
η όρνιθα κι η κουκουβάγια
κι είναι η χάρη τους μεγάλη 
Παρ' τη μιά χτύπα την άλλη!!! 









Λέει το μυρμηγκάκι*
 Είμαι δυνατό δείτε τι
μεγάλο σπόρο που κρατώ εγώ
Είμαι από το σπόρο λίγο
πιο μικρό, μα είμαι παλικάρι
άξιο και γερό

*Νάτος, νάτος ο αιτός
όμορφος καμαρωτός
Νάτος πως πετά ψηλά
μας κοιτάζει και γελά



Πέτα-πέτα μαρουδίτσα
να πας στα χίλια
πρόβατα να φέρεις
γάλα και τυρί
και κόκκινα 
παπούτσια



Χελιδόνι μου γλυκό που πετάς στον ουρανό
που ήσουνα τόσο καιρό σε ζητούσα σαν τρελό

-Ήμουνα στην ξενιτειά κι έπαιζα μ' άλλα παιδιά
Τώρα έρχομαι ξανά στην παλιά μου την φωλιά

 Χελιδόνι μου γλυκό που πετάς στον ουρανό έλα
κάτω να σου πω πως πολύ σ' αγαπώ




*Φύγανε τα χελιδόνια
άδειες οι φωλιές 
Δεν λαλούν πια τ' αηδόνια
στις τριανταφυλλιές
Στο καλό να ξαναρθείτε
πρόσχαρα πουλιά

και άγγιχτη θα ξαναβρείτε
την παλιά φωλιά





Χελιδόνι μου γοργό πούρθες απ'την -*
έρημο τι καλά μας έφερες

Την υγεία και την χαρά και τα-
κόκκινα τ' αυγά





Φεύγουν πιa τa χελιδόνια
Κρύωσε o καιρός
Πέφτουν φύλλα απο τα κλώνια
Στὸ   χαντάκι     μαζευθήκαν   κίτρινος   σωρός

 Τέλειωσε  τὸν  τρύγο  τώρα πια κι ο αμπελουργός
Κι ήλθε ευλογημένη η ώρα
 που θα σπείρει στὸ χωράφι στάρι ο γεωργός
 Ὁ καλὸς Θεός, ποὺ βλέπει τὴν καλὴ σπορά
 και βροχούλες 
όσες πρέπει θα του στείλει
νάβγουν τόσα  στάχυα καρπερά
              
Τὸ φθινόπωρο θὰ πάει
θάρθει   η  χειμωνιά
Θάρθουν κρύα, θάρθουν πάγοι
 κι ὅλοι μας θὰ μαζευθούμε στὴ ζεστὴ γωνιά

.

*Κάθε νύχτα στην αυλή
γάου-γάου το σκυλί
δός του και γαβγίζει

Του σπιτιού εδώ αυτός
είναι φύλακας πιστός
ποιος δεν τον γνωρίζει :


Αψηλά τ' αφεντικά κοιμηθήκανε
γλυκά πέρασε η ώρα
Το γνωρίζει το σκυλί κι αγρυπνάει
στην αυλή γάου-γάου τώρα
 

Για να ξέρουν οι κακοί
που γυρνούν εδώ και εκεί
κάτι να σουφρώσουν πως αν
μπουν μεσ'την αυλή θα τους
φάει το σκυλί δεν θα την
γλυτώσουν!!! 






*Εχω ακούσει χίλια λόγια
χαρωπά, λυπητερά
μα ποτέ καμμιά φορά
δε μιλήσανε τα λόγια
σαν του σκύλου την ουρά


Ανταμώθηκαν ανθρώποι
κι έχουν κλάψει από χαρά
μα κανείς καμμιά φορά
"καλώς όρισες"
δεν είπε σαν του σκύλου
την ουρά


Κι σε φίλους και σε ξένους
έχω δώσει τη χαρά
Με ξεχάσαν μια φορά.....
μα πιστός μου μένει
ο σκύλος και σαλεύει
την ουρά





Πού ήσουν πέρδικα γραμμένη
κι ήρθες το πρωί βρεγμένη

Ήμουνα πέρα στα πλάγια -
και έτρωγαέτρωγα τον Μάη τριφύλλι
και τον Αύγουστο σταφύλι






Στο σκοτάδι μαστορεύουν 
πέντε ποντικοί  τι σκερπάνια
τι πριόνια , τι μαστορική
Σε ντουλάπι νοικοκύρη
βάλθηκαν να μπουν
κρατς ο ένας κρατς 
ο άλλος κόβουν και 
τρυπούν







Σε μια ρόγα από σταφύλι
έπεσαν οχτώ σπουργίτες
και τρυγόπιναν οι φίλοι
τσιρι-τρί, τσιριτρό

Εχτυπούσαν τις μύτες
και κουνούσαν τις ουρες
κι είχαν γέλια και χαρές
τσιρι-τρί, τσιριτρό

Πω!Πω!Πω σε μια ρόγα
φαγοπότη και φωνή
την αφήκαν αδειανή
τσιρι-τρί, τσιριτρό

Και μεθύσαν κι όλη μέρα
πάνε δώθε, πάνε πέρα
τραγουδώντας στον αέρα
τσιρι-τρί, τσιριτρό






Που είσαι τάχα εδώ κοντά μου
τζιτζικά μου , τζιτζικά μου
που είσαι τάχα σκαλωμένος
και λαλείς ευτυχισμένος

Τι χαρούμενος που θά'σαι
μες στην πράσινη μουριά μου
τραγουδάς και αποκοιμάσαι
τζιτζικά μου , τζιτζικά μου

Τραγουδείς το μεσημέρι
τζιτζικά μου , τζιτζικά μου
τραγουδείς το καλοκαίρι
που στον κήπο σ'εχει φέρει

Τραγουδείς πολύ κοντά μου
στο κορμό , σε ποιό κλάδο νάσαι
Δεν σε πιάνω μη φοβάσαι
τζιτζικά μου, τζιτζικά μου

 





Σαν έμαθε την λέξη
"καλησπέρα"
ο παπαγάλος είπε ξαφνικά

Είμαι σοφός , γνωρίζω
ελληνικά , τι κάθομαι
δω πέρα

Την πράσινη ζακέτα του
φορεί και στο συνέδριο των 
πουλιών πηγαίνει για να 
τους πει μια γνώμη φωτισμένη

Παίρνει μια στάση, λίγο σοβαρή
ξεροβήχει , κοιτάζει λίγο
πέρα και τους λέει
"καλησπέρα"

Ο λόγος του θαυμάστηκε πολύ
Τι διαβασμένος, λένε παπαγάλος
Θάναι σοφός αυτός πολύ μεγάλος
αφού μπορεί κι ανθρώπινα μιλεί

Κυρ-παπαγάλε θάχωμε την τύχη
ν'ακούσουμε τι λες και παραπέρα

Ο παπαγάλος βήχει, ξεροβήχει
μα τι να πει, ξανάπε 
 "καλησπέρα"






Οταν το Λενιό μας κλαίει
σάμπως πυρκαγιά μας καίει
και τραντάζεται το σπίτι
σαν να γίνεται σεισμός

Οταν το Λενιό γελάει
και το σπίτι τραγουδάει
και το πεύκο στην αυλή μας
καμαρώνει φουντωντό

και λαλάει κι ο κοκορής μας
χλιμιντρίζει ο Ψαρής μας
λέει κι η γάτα μας η Μήτση

"Το καλό μας το κορίτσι"






Πάπιες , κότες, γάτες, σκύλοι
είναι οι πιο καλοί μας φίλοι
  
Στην εξώθυρα στον κήπο
με προσμένουν όταν λείπω

Το πρωί σαν πάω σχολείο
μου φωνάζουν -Φίλε αντίο

Κι όταν εύκαιρο με βρούνε
όλο ευγένεια θα μου πούνε

Γαβ, παπά , κοκό και νιάου
δηλαδή μου λεν -πεινάω

Τότε τρέχω στο λεπτό
και μαζεύω ότι κι αν βρω

Και το πιάτο τους γεμίζω
και περίσσια τα ταίζω

Πάπιες , κότες, γάτες,  σκύλοι
είναι οι πιο καλοί μου φίλοι




Της δεξαμενής οι βάτραχοι
βράδυ, βράδυ στήσανε χορό
κι έχουν συναυλία μαγευτική
μες στο καταπράσινο νερό

Λέει ο πιο τρανός στην κομπανία
Βρεκεκέξ! το τέμπο να κρατείτε
Κουά!κουά!κουά! με πάθος να το πείτε
Θε μου τι ουράνια μελωδία

Τα πουλιά στο δέντρο τα'χουν χάσει
το φεγγάρι ακούει από ψηλά
βάτραχοι σεγκόντοι, πρίμοι, μπάσοι
τραγουδούν ντο, ρε, μι , φα, σολ, λα

Αξαφνα σε φύσημα ελαφρό
βλέπουν ένα φύλλο που'χε πέσει
το τραγούδι κόπηκε στη μέση
μπλουμ! χαθήκαν όλοι στο νερό

 






                       " T ρ α γ ο υ δ ά κ ι α "                    




*Πόσο μου αρέσουν οι

καραμελίτσες θάθελα 
νάχα δέκα σακουλίτσες
δεν σας το λέω φίλοι μου
για αστείο θάθελα νάχα
ζαχαροπλαστείο



Καλημέρα σας παιδιά *
τραλαλά,τραλαλά
σηκωθείτε με χαρά
τραλαλαλαλά
Η χρυσή Ανατολή
στην δουλειά μας
προσκαλεί 
τραλαλαλαλά
τραλαλά-τραλαλά

Τώρα πέρασε η ώρα
φεύγουμε κι'εμείς παιδιά
κι αύριο την ίδια ώρα
θα τα πούμε με χαρά






Τα περάσαμε όμορφα όμορφα-όμορφα
τα περάσαμε όμορφα και τούτη τη φορά
Μια παρέα γίναμε, γίναμε
Μια παρέα γίναμε δέσαμε μια χαρά



  

Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
το τρένο περνά
Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
περνά και σφυρά
Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
πω,πω τι καπνός
 Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
τι μαύρος καπνός
Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
μια πάει αργά
 Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
μια πάει γοργά
Τσαφ-τσούφ-Τσαφ-τσούφ
το τρένο περνά
τοοοοοοοοοούυυυ








Θα φορέσω τα γιορτινά μου
και θα πάω στο χορό
Θα χορέψω με την καρδιά μου
το χορό που τόσο αγαπώ

Ενα βαλσάκι , ένα βαλσάκι
φτερό θα κάνω σαν το πουλάκι
Θα χορέψω με την καρδιά μου
το χορό που τόσο αγαπώ

Με την Μαίρη, με τον Γιώργο
με την ΄Αννα , το Τοτό
στο βαλσάκι  θα τριγυρίζω
κι όμορφα θα χοροπηδώ






Αν όλα τα παιδιά
της γης πιάναν γερά τα χέρια
κορίτσια , αγόρια στη σειρά
και στήνανε χορό
ο κύκλος θα γινότανε 
πολύ-πολύ μεγάλος
κι ολόκληρη τη γη μας
θ' αγκάλιαζε θαρρώ

Αν όλα τα παιδιά της γης
φωνάζαν τους μεγάλους
κι αφήναν το γραφείο τους
και μπαίναν στο χορό 
ο κύκλος θα γινότανε 
ακόμη πιο  μεγάλος
και δυο φορές  τη γη μας
θ' αγκάλιαζε θαρρώ

Θα έρχονταν τότε τα πουλιά
θα έρχονταν τα λουλούδια
θα ερχότανε η ΄Ανοιξη
να μπει μες το χορό 
κι κύκλος θα γινότανε
ακόμα πιο μεγάλος
και τρεις φορές τη γη μας
θ' αγκάλιαζε θαρρώ



Φίλοι, φίλοι καρυοφύλι
σαν οι  άνθρωποι'ναι φίλοι
στην καρδία τους
και στα χείλη
έχουν γλύκα από σταφύλι

Είναι πάντα ευτυχισμένοι
γελαστοί κι ευλογημένοι
Φίλοι, φίλοι καρυοφύλι
σαν οι άνθρωποι 'ναι φίλοι




Η ειρήνη είναι ζεστή φωλιά
γεμάτη ολόχαρα πουλιά
είν'ήλιος κια λουλούδια
και γέλια και τραγούδια

Η ειρήνη πόρτα είν'ανοιχτή
κι είναι χαρά κι είναι γιορτή
είναι φλουριά κι αστέρια
στα κουρασμένα χέρια

Εχει η μανούλα τα παιδιά
κόκκινα μήλα στην καρδιά
κι έχει η γιαγιά τ'αγγόνια
σαν λούλουδα στα κλώνια

Τραγούδια ακούς μες στα σχολειά
στις φάμπρικες και στα χωριά
κι είν' το ζεστό καρβέλι
μοσκοβολιά και μέλι




Η αγάπη είναι ποτάμι
που κυλάει όλο κυλάει
ως τη θάλασσα να φτάσει

Ενα ρυάκι μοναχό
στη θάλασσα δε φτάνει
Εσύ κι εγώ, εσείς κι εμείς
με την αγάπη αδέλφια μου
να γίνουμε ποτάμι

Κάμπους και βουνά περνάει
και κυλάει , όλο κυλάει
η αγάπη το ποτάμι

Ενα ρυάκι μοναχό
στη θάλασσα δε φτάνει
Εσύ κι εγώ, εσείς κι εμείς
με την αγάπη αδέλφια μου
να γίνουμε ποτάμι

Και βαθαίνει και πλαταίνει
η αγάπη το ποτάμι
ως τη θάλασσα να φτάσει




Πρωτομαγιά τα λούλουδα
γιορτάζουν και τα πουλιά
το ταίρι τους φωνάζουν
τραγουδούν τον Μάη-Μάη
πάνω στα κλαδιά

Ο Μάιος μας έφθασε εμπρός
βήμα ταχύ να τον προυπαντήσουμε
παιδιά στην εξοχή
Φέρνει τραγούδια και χαρές, λουλούδια
και δροσιά και τα μοιράζει γελαστός
σε όλα τα παιδιά


Λουλούδια ας διαλέξουμε και
ρόδα και κρίνα κι ελάτε να
πλέξουμε στεφάνια μ'εκείνα
στο Μάη που σήμερα 
προβάλλει στην γή




Κάτω στο γιαλό
κάτω στο περιγιάλι
κάτω στο γιαλό
κάτω στο περιγιάλι
κάτω στο γιαλό κοντή
νεραντζούλα φουντωτή

Πλένουν Χιώτισσες
πλένουν παπαδοπούλες
πλένουν Χιώτισσες
πλένουν παπαδοπούλες
πλένουν Χιώτισσες κοντή
νεραντζούλα φουντωτή

Και μια Χιώτισσα
μικρή παπαδοπούλα
και μια Χιώτισσα
μικρή παπαδοπούλα
και μια Χιώτισσα κοντή
νεραντζούλα φουντωτή

Επλενε - άπλωνε και με
την άμμο παίζει
έπλενε -άπλωνε και με 
την άμμο παίζει
φύσηξε βοριάς-μαίστρος
τραμουντάνα
φύσηξε βοριάς-μαίστρος
τραμουντάνα
φύσηξε βοριάς κοντή
νεραντζούλα φουντωτή
και ανασήκωσε το 
μεσοφουστανό της
και ανασήκωσε το
μεσοφουστανό της

Και της φάνηκε
ο ποδοαστραγαλός της
και της φάνηκε κοντή
νεραντζούλα φουντωτή

Ελαμψε ο γιαλός
έλαμψε ο κόσμος όλος
έλαμψε ο γιαλός
έλαμψε ο κόσμος όλος
έλαμψε ο γιαλός κοντή
νεραντζούλα φουντωτή



      
 


   
                       " Π ρ ο σ ε υ χ ο ύ λ ε ς "                 

*Όποιος κάνει το σταυρό του

το Θεό έχει βοηθό του




Με την γλυκιά αυγούλα
χαρούμενα ξυπνώ και
στέλνω προσευχούλα
θερμή στον ουρανό

Βοηθησέ με Θεέ μου 
νά'μαι καλό παιδί και 
πάντα χαριζέ μου χαρά 
και προκοπή



Παναγιά μου Δέσποινα
και του Χριστού μητέρα
σε σένα παραστέκομαι 
την νύχτα και τη μέρα




*Πέφτω κάνω το σταυρό μου
κι άγγελο έχω στο πλευρό μου
Δούλος του Θεού λογιέμαι
και κανέναν δεν  φοβάμαι




*΄Οποιος λέει ψέματα
πέφτει μες στα αίματα

΄Οποιος λέει την αλήθεια
έχει τον Θεό βοήθεια 





*Μεγάλη Δευτέρα      - Μεγάλη μαχαίρα
 Μεγάλη  Τρίτη           - Ο Χριστός εκρύφτει
 Μεγάλη  Τετάρτη       - Ο Χριστός επιάστει
 Μεγάλη  Πέμπτη        - Ο Χριστός παιδεύτει
 Μεγάλη  Παρασκευή - Ο Χριστός στο καρφί
 Μεγάλο Σάββατο       - Ο Χριστός στον Τάφο
 Μεγάλη Κυριακή       - Ο Χριστός θ' αναστηθεί






*Η καμπάνα του χωριού μας
την ακούτε παιδιά
τι γλυκά σημαίνει
τι γλυκά σημαίνει
ντιν-νταν-νταν



*Αχ!  Παναγιά μου
Τηνιακιά
με τα πολλά καντήλια
φύλαγε το παιδάκι μου
να σου τα κάνω χίλια!





*Συ που κόσμους κυβερνάς
και ζωή παντού σκορπάς
άκου τούτη τη στιγμή
των παιδιών σου την φωνή

Φωτιζέ μας τη ψυχή
στο καλό, την αρετή
Δίνε μας από ψηλά
θάρρος, δύναμη, χαρά

Για να ζούμε εδώ στη 
γη με γαλήνη με τιμή

Και να υμνούμε αιώνια Σε
Πάνσοφε Δημιουργέ





*Το μικρό μου το χεράκι
άναψε το καντηλάκι
πιάνω να γδυθώ
Φέγγε καντηλάκι τώρα
να με βλέπει η Παναγίτσα 
για να κοιμηθώ





*Αγαπώ την Παναγίτσα,
αγαπώ και τον Χριστό
όταν κάνω το σταυρό μου
μια χάρη τους ζητώ
Να φυλάει την μαμά μου
τον μπαμπά μου που αγαπώ
τη γιαγιά μου, τον παππού μου
και εμένα που είμαι παιδί καλό





*Εις το βουνό ψηλά εκεί
είν' εκκλησιά ερημική
το σημαντρό της δεν χτυπά
δεν έχει ψάλτη ούτε παπά

Ένα καντήλι θαμπερό
και έναν πέτρινο σταυρό
έχει στολίδι μοναχό
το εκκλησάκι το φτωχό

Αλλ' ο διαβάτης σαν περνά
στέκεται και το προσκυνά
και με ευλάβεια πολύ
τον άσπρο του σταυρό
φιλεί.

Επάνω στον σταυρό εκεί
είναι εικόνα μυστική μ'αίμα
την έγραψε ο Θεός και την 
λατρεύει ο λαός





*Μόλις πρωί ξυπνήσω
εσένα θα υμνήσω
Θεέ μου και Πατέρα και
Σε παρακαλώ πάλι 
να με φωτίσεις και να με
βοηθήσεις και τούτη
την ημέρα να μαι 
παιδί καλό






*Οταν τριγύρω βλέπω της φύσεως τα κάλλη
τον ήλιο, τη σελήνη, τ'αστρα τα φωτεινά,
τη θάλασσα, π'αφρίζει κι απλώνεται μεγάλη,
τους ποταμούς, τα δένδρα, τους κάμπους, τα βουνά
και τ'άνθη, που στολίζουν αγρούς και μονοπάτια
Σ'ευχαριστώ Θεέ μου, που μού'δωσες τα μάτια

Κι όταν ακούω το φλοίσβο στην ήσυχη αμμουδιά
κι όταν ακούω στο δάσος το ζηλεμμένο αηδόνι
κι όταν ακούω τ'αγέρι  στου δένδρου τα κλαδιά
κι όταν ακούω ακόμι τους στεναγμούς του γκιώνη
και τη φωνή του γρύλλου στη σκοτεινή νυχτιά
Σ'ευχαριστώ Θεέ μου που μου'δωσες τ'αυτιά

Κι όταν στο δρόμο βρίσκω γέρο, τυφλό, ζητιάνο
ή κι ορφανά παιδάκια που τρέμουν και πεινούν
και σταματώ μ'αγάπη κι ελεημοσύνη κάνω
κρυφά απ'τους διαβάτες, που δίπλα μου περνούν.
κι ευφραίνετ'η ψυχή μου κι αγάλλεται και χαίρει
Σ'ευχαριστώ Θεέ μου που μου'δωσες το χέρι





Αν ήμουν φτερωτό πουλί
με τη λαλιά την πιο καλή
τα Σύμπαν θα ξυπνούσα

Αν ήμουνα μια λουλουδιά
την πιό γλυκεία μου 
μυρωδιά στο Σύμπαν
θα σκορπούσα


Είμαι παιδάκι γνωστικό
κι έχω ψυχή και λογικό
κι έχω καρδιά με πίστη
Γι'αυτό πλαγιάζω ή ξυπνώ
προσεύχομαι και ανυμνώ
του Σύμπαντος τον Κτίστη



*Μπροστά σου Παναγίτσα μου
τα χέρια μου σταυρώνω
και μπρος την Αγια εικόνα σου
τα μάτια μου υψώνω

Είμαι μικρούλης κοίτα με
μικρός σαν το παιδί σου
μπερδεύω τα λογάκια μου 
σαν κάνω την προσευχή μου 




*Ω! Παναγιά μου Δέσποινα 
και
το Χριστού Μητέρα 
σε σένα παραδίνομαι
την νύχτα και τη μέρα
Ένα κεράκι θα σ'ανάψω
μια μετάνοια θα σου κάνω
αφού είμαι τόσο δα μικρό 
παιδάκι τι άλλο να σου κάνω;





*Πιασμένα χέρι-χέρι
τα δυο καλά παιδιά
στην εκκλησιά πηγαίνουν
με γέλιο και χαρά
Στην πόρτα τα προσμένει
με γέλιο η γιαγιά
Αχ!πως μοσχοβολάνε
τα δύο μου τα παιδιά 
που όλο χαρά γυρίζουν
από την εκκλησιά
σκύβει και τους δίνει
δύο γλυκά φιλιά








*Πήγα χτες στην εκκλησιά
κι έφερα κεροδεσιά
μ'ανασήκωσεν η νόνα
να φιλήσω την εικόνα

Φίλησα την Παναγιά
στη χρυσή της την ποδιά
και μου γλύκανε τα χείλι
σάμπως να'φαγα σταφύλι

Κει που πήγα ν'ασπαστώ
είδα τον μικρό Χριστό
και μου φάνηκε πως κάτι 
μού'γνεψε με το'να μάτι

Τον ρωτάω : "Τι αγαπάς;"
Μού είπε : " Φεύγοντας ο παπάς
θά'βγω στο περβόλι απέξω
μ'ολα τα παιδιά να παίξω"!!!!!








Γιατί μαμά μου την στιγμή
που κάνω ελεημοσύνη νιώθω
στα στήθη μου γλυκιά και
ατέλειωτη χαρά και όταν το 
χέρι μου κρυφά τον οβολόν μου 
δίνει γιατί νομίζω πως πετώ
με αγγελικά φτερά


Παιδί μου, κάθε άνθρωπος-
όπου στο κόσμο μένει
απ'τη στιγμή που έρχεται στη γη
να γεννηθεί, ως τη στιγμή την ύστερη
που φεύγει και πεθαίνει έχει έναν φύλακα
άγγελο που τον ακολουθεί

Και κάθε πράξη του καλή ο άγγελος την κρίνει 
και γελαστός, χαρούμενος σκύβει και τον φιλεί
Κι όση χαρά έχει ο άγγελος τόση 
χαρά του δίνει μ'εκείνο το 
γλυκύτατο κι αγγελικό φιλί

Γι'αυτό και συ να χρεωστάς μεγάλη
ευγνωμοσύνη , ευγνωμοσύνη στους
φτωχούς θερμή και περισσή
που πάντα γίνοντ'αφορμή με 
την ελεημοσύνη να χαίρεται
ο άγγελος, να χαίρεσαι και σύ








Ο Ιησούς Χριστός νικά
και όλα τα κακά σκορπά
σκύβω κάνω το σταυρό
μου τ'αγιο έχω 
στο πλευρό μου 




*Παναγιά μου το μωρό σου είν'το
πιο όμορφο του κόσμου
Αγκαλίτσα να το πάρω λίγο δώσ'μου
Δεν το ρίχνω μη φοβάσαι ,
σαν και τι θα το προσέξω
Λίγο μόνο να το πιάσω, να το παίξω
θα σ'το πλύνω, θα σ'το ντύσω
στα χρυσά του τα μαλλιά θα του
δέσω μια κορδέλα θαλασσιά
Θα του κάνω μια βολτίτσα στο
περιβόλι στη λιακάδα 
Τέτοιο ολόφωτο παιδάκι δεν ξανάδα
Γι'αυτό δώστ'μου το λιγάκι το
παιδί σου να το παίξω
Μη φοβάσαι Παναγιά μου
θα προσέξω!! 




*Πριν πέσω να πλαγιάσω
Θε μου, Σε παρακαλώ
να δώσεις να περάσω
τη νύχτα με καλό

τον αγγελό Σου πάλι
στείλε μου απο ψηλά
νάρθει στο προσκεφάλι
πιστά να με φιλά

Οταν εγώ κοιμάμαι
στο πλάι μου ν'αγρυπνά
κι έτσι να μη φοβάμαι
τα σκότη τα πυκνά

Και σ'ολη Σου την πλάση
κι όπου καλό παιδί 
στείλε να το σκεπάσει
η στοργική Σου ευχή 


 

                       " Τα   βγάζουμε ;;;;;;; "                 

*Ανέβηκα στην πιπεριά

να κόψω ένα πιπέρι
μη η πιπεριά τατίστηκε
και μούκοψε το χέρι

Δώσ'μου το μαντηλάκι σου
το χρυσοκεντημένο
να δέσω το χεράκι μου
που τόχω λαβωμένο





*Α μπε-μπα-μπολμ
του κίθε-μπολμ
Α μπε-μπα-μπολμ
το κι-θε-μπλόμ
μπλίμ-μπλόμ

Οταν θα πας εκεί
στην Βόρ-Αμερική
θα δείς τον Ερμή
να παίζει μουσική 
με ένα κόκκινο σκουφί
Βγαίνεις και τα φυλά
                                                     Ε Σ Υ!!!!!!!






*Ο Καρακατσάνης
μπήκε στο τηγάνι
κι'έσπασε τ'αυγά
Γιατί Καρακατσάνη
μπήκες στο τηγάνι
κι'έσπασες τ'αγυά
Φάε τώρα κι'απο
μένα μια καρπαζιά




*Ντορεμί-Φασόλα
μούφυγε η σόλα
πήγε στο Παρίσι
να παραθερίσει
κι όταν θα γυρίσει
πάλι θα κολλήσει




*Ανέβηκα στην πιπεριά
να κόψω ένα πιπέρι
κι η πιπεριά τσακίστηκε
κια μούκοψε το
χέρι
Γω-γω-γω
Συ-συ-συ
βγαίνεις και
τα φυλάς Ε Σ Υ!!!!




*Ανεβαίνω στη συκιά
και πατώ στην καρυδιά
πίνω το γλυκό κρασί
με την κούπα τη χρυσή
και φωνάζω κούι-κούι
και κανένας δεν 
μ'ακούει




*Ανέβηκα σε ένα βουνό
και είδα ένα γουρούνι
το κοίταξα καλά-καλά
και σου'μοιαζε στην μούρη
γκο-γκο-γκο
σι-σι-σι
το γουρούνι είσαι 'συ




*Μπουφ-Α-μπεμπα-μπολμ
του-κίθε-μπλομ
α-μπεμπα-μπολμ
το κίθε-μπλομ
μπλιμ-μπλομ




*Η ώρα είναι μια
περνά η αστυνομία
Η ώρα είναι δύο
περνάει το λεωφορείο
Η ώρα είναι τρεις
περνάει το οτομοτρίς
Μια-δυο-τρεις






Εν-ντε-τρουά
μακαρόνια με κιμά
μπέστε όλοι στη σειρά
κόκκινες καλές ντομάτες
δυό δεκάρες την οκά






Ενα, δυο, πέντε, δέκα
και του Παντελή η γυναίκα
έσκυψε να πάρει πέτρα
να χτυπήσει την Αννέτα
και η Αννέτα τον Γιωργάκη
το χρυσό παλικαράκι








*Εχω ένα αυτοκίνητο 
που όλο-όλο τρέχει
και που θα σταματήσει
-Στην Γαλλία
-Και τι χρώμα θα ζητήσει;
-Μπλέ
-Η Γαλλία είναι μπλέ

Εχω ένα αυτοκίνητο 
που όλο-όλο τρέχει
και που θα σταματήσει
-Στην Αγγλία
-Και τι χρώμα θα ζητήσει;
-Κόκκινο
-Η Αγγλία είναι κόκκινη


Εχω ένα αυτοκίνητο 
που όλο-όλο τρέχει
και που θα σταματήσει
-Στην Πορτογαλλία
-Και τι χρώμα θα ζητήσει;
-Πράσινο
-Η Πορτογαλλία είναι πράσινη





Πέντε φούσκες στον αέρα
μάνα-πατέρα μπουμ
το ψωμί το λένε μπουμ
και τη γάτα μαντολίνο
και τον ποντικό σωλήνο





 

*Πέντε φούσκες στον αέρα
περπατούν και πάνε πέρα
βρίσκουνε τοην τηραπέρα
μάνα-πατέρα βγές




Αγγελικούλα ζάχαρη
Αγγελικούλα μέλι
Αγγελικούλα κρύο
νερό που πίνουν 
οι αγγέλοι
Η Αγγελικούλα αρρώστησε
της βάλανε αβδέλλες
και τρέχανε τα αίματα
σαν κόκκινες κορδέλες



 

*Ανεβαίνω στη συκιά
και πατώ στην καρυδιά
τρώω τα συκόμηλα
και τα καρυδόμηλα
και φωνάζω χούι-χούι
και κανένας δεν μ'ακούει




Της κουμπάρας το παιδί
έπεσε από το σκαμνί
βάρεσε το πόδι του
και το καλαπόδι του





* Τώρα άλλαξε η μόδα
ο μπαμπάς με το μωρό
η μαμά στο καφενείο
πίνει το καφέ ζεστό
Ω!ω!ω! κάνει το μωρό
θέλει παγωτό μα δεν 
του δίνω εγώ έχει
πυρετό σαράντα και μισό





             " Π α ι χ ν ι δ ο τ ρ ά γ ο υ δ α "                








*Τακ-Τακ ποιός είναι
εγώ η κουμπάρα
βρε καλώς την 
την κουμπάρα
που μας έφερε 
το φάλα 
ματς-μουτς


Της Ελένης το βραχιόλι
έπεσε στον ποταμό
και το πήραν οι αγγέλοι
και το κάνανε σταυρό
Τι σταυρό τι δαχτυλίδι
του παπά το πετραχίλι
και της παπαδιάς
τα χείλη




Της Ελένης τα μαλλιά
έπεσαν στην αμμουδιά
και τα πήραν τα πουλιά
και τα κάνανε φωλιά
Τι φωλιά, τι φωλιά
της Ελένης τα μαλλιά




Να κρεβάτι να στου στρώσω
να καρφιά να σε καρφώσω
να πηγάδι να σε ρίξω
να σχοινί να σε τραβήξω




Μες στην τζαμαρία
κάθετ'η  Μαρία
και κεντάει μαντηλάκι
και το δίνει στον
Γιωργάκη που της
στρίβει το μουστάκι






*Ανέβα μήλο, κατέβα ρόδι
να σε ρωτήσω
-Τι κάνει η κόρη;
-Η κόρη πλέκει χρυσό 
γαιτάνι
-Τίνος το πλέκει;
-Του Καραγιάννη
-Κι ο Καραγιάννης δεν 
το θέλει κι η κόρη κάθεται
και το ξεπλέκει




*Βγαίνει η βαρκούλα
βγαίνει η βαρκούλα
του ψαρά
απο το περιγιάλι
βαρκούλα, βαρκούλα
απο το περιγιάλι
βαρκούλα του ψαρά

 Κι απλώνει ο ναύτης
κι απλώνει ο ναύτης
με χαρά τα δίκτυα του
και πάλι
βαρκούλα, βαρκούλα
τα δίκτυα του και πάλι
βαρκούλα του ψαρά

Το φεγγαράκι , το φεγγαράκι
τον γυαλό τον κάνει
σαν καθρέφτη
βαρκούλα, βαρκούλα
τον κάνει σαν καθρέφτη
βαρκούλα του ψαρά

Και κάθε ψάρι
και κάθε ψάρι
παχουλό μέσα στα δίκτυα
πέφτει βαρκούλα, βαρκούλα
μεσα στα δίκτυα πέφτει
βαρκούλα του ψαρά

Πολύ κουράστηκες
πολύ κουράστηκες
ψαρά, τα ψάρια είναι 
δικά σου
βαρκούλα, βαρκούλα
τα ψάρια είναι δικά σου
βαρκούλα του ψαρά

Και πούλατα, και πούλατα
στην αγορά να θρέψεις
τα παιδιά σου
βαρκούλα, βαρκούλα
να θρέψεις τα παιδιά σου
βαρκούλα του ψαρά





*Ηταν ένα μικρό καράβι
ήταν ένα μικρό καράβι
που ήταν α-α-αταξίδευτο
που ήταν α-α-αταξίδευτο
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Κι έκανε ένα μακρύ ταξίδι
κι έκανε ένα μακρύ ταξίδι
μέσα εις την-την Μεσόγειο
μέσα εις την-την Μεσόγειο
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Κι σε πέντε-έξι εβδομάδες
και σε πέντε-έξι εβδομάδες
χαθήκαν όλες-όλες οι τροφές
χαθήκαν όλες-όλες οι τροφές
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Και τότε ρίξανε το κλήρο
και τότε ρήξανε το κλήρο
να δούνε ποιός-ποιός θα φαγωθεί
να δούνε ποιός-ποιός θα φαγωθεί
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Και ο κλήρος πέφτει
στον πιο νέο
και ο κλήρος πέφτει
στον πιο νέο
που ήταν α-α-αταξίδευτος
που ήταν α-α-αταξίδευτος
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Και ο κλήρος πέφτει στα αγόρια
και ο κλήρος πέφτει στα αγόρια
που ήταν σαν-σαν σκυλόψαρα
που ήταν σαν-σαν σκυλόψαρα
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Και ο κλήρος πέφτει σα κορίτσια
και ο κλήρος πέφτει σα κορίτσια
που ήταν σαν-σαν πριγκίπισσες
που ήταν σαν-σα πριγκίπισσες
Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!

Κι αν δεν σ'αρέσει αυτός ο στίχος
Κι αν δεν σ'αρέσει αυτός ο στίχος
τον ξαναπάμε πάλι-πάλι απ'την αρχή
τον ξαναπάμε πάλι-πάλι απ'την αρχή
 Ωε! Ωε! Ωε! Ωε!







*Το ναυτάκι του Αιγαίου είμ'εγώ
μες στις θάλασσες πάντα γυρνώ
τρικυμίες και φουρτούνες αψηφώ
μες στο κύμα πάντα ζω

Το ναυτάκι ξέρει να τραβά κουπιά
τρα-λα-λα-λα-λα-λα-λά
τρικυμίες και φουρτούνες αψηφώ
μες στο κύμα πάντα ζω

Το ναυτάκι ξέρει να τραβά σχοινιά
τρα-λα-λα-λα-λα-λα-λά
τρικυμίες και φουρτούνες αψηφώ
μες στο κύμα πάντα ζω

Το ναυτάκι ξέρει να φορά γυαλιά
τρα-λα-λα-λα-λα-λα-λά
τρικυμίες και φουρτούνες αψηφώ
μες στο κύμα πάντα ζω

Το ναυτάκι ξέρει και να κολυμπά
τρα-λα-λα-λα-λα-λα-λά
τρικυμίες και φουρτούνες αψηφώ
μες στο κύμα πάντα ζω

Το ναυτάκι ξέρει και να χαιρετά
τρα-λα-λα-λα-λα-λα-λά
τρικυμίες και φουρτούνες αψηφώ
μες στο κύμα πάντα ζω


      




*Στου Μανώλη την ταβέρνα
έπεσε μια τουφεκιά
και ανοίξαν τα βαρέλια
και χυθήκαν τα κρασιά

Ε! ρε ζουμ τριανταένα
Ε! ρε ζουμ τριανταδύο
Ε! ρε ζουμ τριαντατρία 
και μισό

Κι η Μανώλαινα φωνάζει
Πω ! Πω ! Πω !
τι συμφορά
που ανοίξαν τα 
βαρέλια και χυθήκαν
τα κρασιά




Με τα δυο χεράκια
πλάθω κουλουράκια
κουλουράκια, κουλουράκια

Ο φούρνος θα τα ψήσει
το σπίτι θα μυρίσει
κουλουράκια, κουλουράκια

Είναι γλυκά και αφράτα
κι όλα μυρωδάτα
κουλουράκια, κουλουράκια

Γι'αυτό και στο σχολείο
τα παίρνουν τα παιδάκια
κουλουράκια, κουλουράκια






Τα χεράκια δεξιά
τα χεράκια αριστερά
πάνω τα χεράκια
κάτω τα χεράκια

Το παιχνίδι πως μ'αρέσει
τα χεράκια μου στη μέση

Τώρα πάλι θα κρατήσω
τόνα μπρος και τ'αλλο πίσω

Το κεφάλι δεξιά
το κεφάλι αριστερά
πάνω το κεφάλι
κάτω το κεφάλι

Τα χεράκια τώρα βάζω
το κεφάλι μου σκεπάζω

Θα με δείτε τώρα πάλι
να κουνάω το κεφάλι




* Γύρω-γύρω η εκκλησίτσα
εδώ τα παραθυράκια
εδώ η πορτούλα
εδώ ο Χριστός
εδώ η Παναγίτσα
και εδώ η καμπανούλα
ντιν-νταν-ντόνγκ



*Πάει λαγός να πιεί νερό
στου παιδιού μου το λαιμό



*Χαρωπά τα δυό μου χέρια τα χτυπώ
χαρωπά τα δυό μου χέρια τα χτυπώ
μια και είμαι εγώ παιδί 
ξέρω πάντα να γελώ
χαρωπά τα δυό μου
χέρια τα χτυπώ

Χαρωπά τα δυό μου δάχτυλα χτυπώ
χαρωπά τα δυό μου δάχτυλα χτυπώ
μια και είμαι εγώ παιδί 
ξέρω πάντα να γελώ
χαρωπά τα δυό μου
δάχτυλα χτυπώ

Χαρωπά τα δυό μου γόνατα χτυπώ
χαρωπά τα δυό μου γόνατα χυπώ
μια και είμαι εγώ παιδί 
ξέρω πάντα να γελώ
χαρωπά τα δυό μου
γόνατα χτυπώ

Χαρωπά τα δυό μου πόδια τα χτυπώ
χαρωπά τα δυό μου πόδια τα χτυπώ
μια και είμαι εγώ παιδί 
ξέρω πάντα να γελώ
χαρωπά τα δυό μου
πόδια τα χτυπώ

Χαρωπά θε να γελάσω δυνατά 
Χα ! Χα !
χαρωπά θε να γελάσω δυνατά
Χα ! Χα !
μια και είμαι εγώ παιδί 
ξέρω πάντα να γελώ
κι αμα θες απ'την αρχή
ξαναρχινώ................ 




*Τσίμπι-τσίμπι τον αητό
τον αητό το σταυρωτό
που τσιμπούν οι ουρανοί
και βγαίνουν οι αγγέλοι

Μια γαβάθα πίτουρα
ποιός θα φάει πιότερο
για εσύ για εγώ
για ο μπάρμπας τζίτζικας

Τζίτζικας ελάλησε
μαύρη ρόγα γυάλισε
μαύρη και φαρμακερή
τσάκα-τσάκα το
καλό πουλί!!!




-Σ'αγαπώ , σ'αγαπώ!

-Που με βάζεις;

-Σ΄ένα πύργο ψηλό να διατάζεις!

- Κι αμα πέσω απ'εκεί βασιλιά μου; 

- Θα βρεθείς μεσ'την αγκαλιά μου!





      "      Γ  λ  ω  σ  σ  ο  δ  έ  τ  ε  ς      "                


 Γλώσσεψα την μπέρδα μου!!!!!!


*Καλημέρα καμηλιέρη
καλημέρα καμηλιέρη
καλημέρα καμηλιέρη
καλημέρα καμηλιέρη



*Φτου ! σκουληκομερμηγκότρυπα
Φτου ! σκουληκομερμηγκότρυπα
 Φτου ! σκουληκομερμηγκότρυπα
 Φτου ! σκουληκομερμηγκότρυπα


*Πέφτην έκοψαν το πεύκο
Πέφτην έκοψαν το πεύκο 

 Πέφτην έκοψαν το πεύκο 

 Πέφτην πέφτει ο πεύκος κάτω
Πέφτην πέφτει ο πεύκος κάτω
 Πέφτην πέφτει ο πεύκος κάτω





*Της καρέκλας το ποδάρι εξεκαρεκλοποδαρώθηκε
Της καρέκλας το ποδάρι εξεκαρεκλοποδαρώθηκε
Της καρέκλας το ποδάρι εξεκαρεκλοποδαρώθηκε
Της καρέκλας το ποδάρι εξεκαρεκλοποδαρώθηκε



*Ο Ρουμπής ο Κουμπής ο κουμποκομπολογής
επήγε στην ρουμπία να κουμπέψει 
να ρουμποκομπολογεύσει
να τον πιάσουν οι ρουμπίδες οι κουμπίδες
οι ρουμποκομπολογίδες
να του κλέψουν τα ρουμπιά του  τα 
κουμπία του τα ρουμποκομπολογάτου




*Τρεις έντεκα, τρεις δώδεκα
τρεις δεκαπέντε και έντεκα
κι εφτά κι οκτώ κι δεκαοκτώ
και πέντε και έξι και μισό
και ένα και δύο και ενάμιση
και πέμου πόσα κάνουν



*Οι σπανοί Ισπανοί εις πανίν εζωγράφιζαν
Ισπανικόν στρατόν εις πανικόν
Οι σπανοι Ισπανοί εις πανίν εζωγράφιζαν
Ισπανικόν στρατόν εις πανικόν




*Εκκλησιά μολυβδωτή
μολυβδωκοντολο-γλυπτοπελεκητή
ποιός την μολυβδωκοντολο-γλυποπελέκησε
 ο γιός του μολυβδωκοντολο-γλυπτοπελεκητή


*Ο παπάς ο παχύς έφαγε παχιά φακή
γιατί παπά παχύ έφαγες παχιά φακή
Ο παπάς ο παχύς έφαγε παχιά φακή
γιατί παπά παχύ έφαγες παχιά φακή




*Φίλος έδωσε εις φίλον τριαντάφυλλον 
με φύλλον
Φίλε φίλαγε το φύλλον μη το δώσεις
σε άλλον φίλον



*Άσπρη πέτρα ξέξασπρη 
και από τον ήλιο ξεξασπρότερη
Άσπρη πέτρα ξέξασπρη 
και από τον ήλιο ξεξασπρότερη




*Ο τζίτζικας ο μίτζιρας
ο τζιτζιμιτζιχότζηρας
ανέβηκε στην τζιτζιριά
την μιντζιριά
στην τζιτζιμιντζιριά
να φάει ένα τζίτζιρο
ένα μίτζιρο
ένα τζιτζιμιτζιχότζιρο



                           " Π α ρ ο ι μ ί ε ς "                      



 * Απο Μάρτιο καλοκαίρι κι από Αύγουστο Χειμώνα

  * Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης

  * Αν κάμει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης
άλλο ένα, χαράστονε το γεωργό πόχει
πολλά σπαρμένα

*  Μάης με λουλούδια με χαρές και με τραγούδια

  * Ο ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται

   *΄Οποιος λέει την αλήθεια έχει το Θεό βοήθεια

*  Απ'όλα τα γλυκύτερα , γλυκύτερη είν'η μάνα

* Υστερνή μου γνώση, να σε είχα πρώτα

 * Σπίτι μου σπιτάκι μου και παλιοκαλυβάκι μου

* ΄Οποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες

 * Η καλή μέρα φαίνεται από την αυγή

* Αύγουστε καλέ μου μήνα, νάσουν τρείς βολές το χρόνο

 * Κάθε πράγμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο

* ΄Οποιος σκάφτει λάκκο σ'άλλον , πέφτει μέσα αύτός ο ίδιος

*  Τόνα χέρι νίβει τ'άλλο και τα δυό το πρόσωπο

*  Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν

 * Η ομόνοια φτιάχνει σπίτι και η διχόνοια το χαλάει

 * Βοήθα με να σε βοηθώ ν'ανεβούμε το γκρεμό

* Αν δεν παινέσεις το σπίτι σου, πέφτει και σε πλακώνει

* Ακόμη δεν τον είδαμε, Γιάννη τον εβγάλαμε

*Σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή δεν κάνει

*Σαρανταπέντε Γιάννιδες ενός κοκόρου γνώση

 * Ο κόσμος τόχει τούμπανο και συ κρυφό καμάρι




                    " Μ   α  ν  τ  έ   μ   α   τ  α   "             



*Απο πάνω σαν τηγάνι
από κάτω σαν βαμβάκι
από πίσω σαν ψαλίδι
Τι είναι;
Το χελιδόνι



*Τριγύρω γύρω θάλασσα
στη μέση μια φωτίτσα
Τι είναι;
Το καντιλάκι


*Βασιλιάς δεν είμαι
κορώνα φορώ
ρολόι δεν έχω
τις ώρες μετρώ
Ποιός είναι;  
Ο κόκορας


*Πάει, πάει και πίσω
δεν γυρνάει 
Τι είναι;
Το ποταμάκι


*Μακρύς, μακρύς καλόγερος
ποτέ σκιά δεν κάνει
Τι είναι;
Ο δρόμος

*Λεπτός, λεπτός καλόγερος
και κόκκαλα δεν έχει
Τι είναι;
Ο καπνός


*Αν και ο θρόνος μου ταιριάζει
η θέση μου είναι στο πρεβάζι
Τι είναι;
Ο βασιλικός


*΄Ολα τα τρώει και θεριεύει
μα αν πιεί νερό ψοφάει
Τι είναι;
Η φωτιά


*Μια βαρκούλα φορτωμένη
στο λιμάνι πάει και μπαίνει
Τι είναι;
Το κουτάλι με το φαγητό

*Ακτίνες έχω , ρόδες δεν έχω
και όμως τρέχω
Ποιός είμαι;
Ο ήλιος


*Ψηλός, ψηλός καλόγερος
και με ένα μάτι βλέπει
 Τι είναι;
Η βελόνα


 



      " Ε λ ά τ ε   ν α  π α ί ξ ο υ μ ε......"                  


*Περπατάω , περπατώ 
μες στο δάσος όταν
ο λύκος δεν είναι εδώ

-Λύκε, λύκε είσαι εδώ;

-Βάζω το πουκάμισο

 Περπατάω , περπατώ 
μες στο δάσος όταν
ο λύκος δεν είναι εδώ

-Λύκε, λύκε είσαι εδώ;

-Φοράω το παντελόνι

 Περπατάω , περπατώ 
μες στο δάσος όταν
ο λύκος δεν είναι εδώ

-Λύκε, λύκε είσαι εδώ;

-Βάζω τα παπούτσια μου

 Περπατάω , περπατώ 
μες στο δάσος όταν
ο λύκος δεν είναι εδώ

-Λύκε, λύκε είσαι εδώ;

-Φοράω το σακάκι μου

Περπατάω , περπατώ 
μες στο δάσος όταν
ο λύκος δεν είναι εδώ

-Λύκε, λύκε είσαι εδώ;

-Παίρνω την μαρκούρα μου
και σας κυνηγώωωωω........ 





*-Βασιλιά, βασιλιά 
με τα δώδεκα σπαθιά
Τι δουλειά;

-Τεμπελιά!!!

-Τεμπελιά γρήγορα δουλειά!




*Στρατιωτάκια ακούνητα 
αγέλαστα και στον τοίχο
κολλημένα



*Αλάτι ψιλό, αλάτι χοντρό
έχασα την μάνα μου και 
πάω να την βρω παπούτσια
δεν μου πήρε να πάω στο χορό



*Γύρω-γύρω όλοι 
στην μέση ο Μανώλης
χέρια πόδια στην αυλή
και όλοι κάθονται
στη γη και ο 
Μανώλης στο 
σκαμνί....


*Κούνια-μπέλα
κούνια-μπέλα
έσπασε η κουτέλα 
βγήκε μια κοπέλα
πούτρωγε σταφύλι
της ζήτησα μια ρόγα
μούδωσε ένα μπάτσο
έπεσα στο βάτο 
βγήκε το Σαββάτο



*Δυό δεκάρες οι βιολέτες
τσιγκολελέττα
τσιγκολελέττα
δυο δεκάρες οι βιολέτες
πράσινα κουφέτα
κόκκινα κουφέτα



*Δεν περνάς κυρά Μαρία
δεν περνάς , δεν περνάς
δεν περνάς κυρά Μαρία
δεν περνάς, περνάς

Θα υπάγω εις τους κήπους
δεν περνώ, δεν περνώ
θα υπάγω εις του κήπους
δεν περνώ , περνώ

Τι θα κάνεις εις του κήπους
δεν περνάς, δεν περνάς
τι θα κάμεις εις τους κήπους
δεν περνάς, περνάς

Θα συνάψω δυό βιολέτες
δεν περνώ, δεν περνώ
θα συνάψω δυό βιολέτες
δεν περνώ, περνώ

Τι θα κάνεις τις βιολέτες
δεν περνάς, δεν περνάς
τι θα κάνεις τις βιολέτες
δεν περνάς, περνάς

Θα τις δώσω στην καλή μου
δεν περνώ , δεν περνώ
θα τις δώσω στην καλή μου
δεν περνώ, περνώ

Και ποιά είναι η καλή σου 
δεν περνάς , δεν περνάς
και ποιά είναι η καλή σου
δεν περνάς, περνάς

Η καλή μου είναι η Εβελίνα
δεν περνώ, δεν περνώ
η καλή μου είναι η Εβελίνα
δεν περνώ , περνώ

Και πια άλλη είναι η καλή σου
δεν περνάς, δεν περνάς
και ποιά άλλη είναι η καλή σου
δεν περνάς, περνάς

Η καλή μου είναι η Ελευθερία
δεν περνώ, δεν περνώ
η καλή μου είναι η Ελευθερία
δεν περνώ , περνώ

Και πια άλλη είναι η καλή σου
δεν περνάς, δεν περνάς
και ποιά άλλη είναι η καλή σου
δεν περνάς, περνάς

Η καλή μου είναι η Ναταλία
δεν περνώ, δεν περνώ
η καλή μου είναι η Ναταλία
δεν περνώ , περνώ








*-Περνά, περνά η μέλισσα
με τα μελισσόπουλα
και με τα παιδόπουλα
παιδόπουλα, παιδόπουλα 

-Τι θέλεις το κόκκινο 
τριαντάφυλλο ή το 
άσπρο γιασεμί;

-Το κόκκινο τριαντάφυλλο

-΄Ελα εδώ.....

-Περνά, περνά η μέλισσα
με τα μελισσόπουλα
και με τα παιδόπουλα
παιδόπουλα, παιδόπουλα 

-Τι θέλεις το κόκκινο 
τριαντάφυλλο ή το 
άσπρο γιασεμί;


-Το άσπρο γιασεμί

-Ελα εδώ.....




*-Μέλισσα, μέλισσα 
μέλι γλυκύτατο
Σε ποιόν παραγγείλατε ;

- Στην Γιάννα

-Μέλισσα, μέλισσα
μέλι γλυκύτατο
Σε ποιόν παραγγείλατε ;
...............................





*Πούντο-πούντο το δαχτυλίδι
ψάξε-ψάξε δεν θα το βρεις
δεν θα το βρεις, δεν θα το βρεις
το δαχτυλίδι που ζητείς

Νάτο, νάτο το δαχτυλίδι
ψάξε,ψάξε δεν θα το βρεις
δεν θα το το βρεις , δεν θα το βρεις
το δαχτυλίδι που ζητείς




*Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει
γιατί δεν την παίζουνε η φιλενάδες της
Σήκω επάνω τα μάτια κλείσε τον ουρανό
κοίτα και αποχαιρέτησε...

- Σε βρήκα είσαι η .......................

Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει
γιατί δεν την παίζουνε η φιλενάδες της
Σήκω επάνω τα μάτια κλείσε τον ουρανό
κοίτα και αποχαιρέτησε...

- Σε βρήκα είσαι η .......................






*Ενα λεπτό κρεμμύδι γέο-βαγέο
Ενα λεπτό κρεμμύδι σκάσε-βαγέο

-Και τι θε να το κανετε γέο -βαγέο
και τι θε να το κάνετε σκάσε-βαγέο

-Θέλω να το παντρέψουμε γέο-βαγέο
θέλω να το παντρέψουμε σκάσε-βαγέο

-Και ποίον επαντρέυεται γέο-βαγέο
και ποίον επαντρέυεται σκάσε-βαγέο

-Παντρεύεται τη Μαίρη γέο-βαγέο
παντρεύεται τη Μαίρη σκάσε-βαγέο

-Και ποίον της δίνεται γέο-βαγέο
και ποίον της δίνεται σκάσκε-βαγέο

- Της δίνουμε ένα ναύτη που όλο μύγες χάφτει
της δίνουμε ένα ναύτη που όλο μύγες χάφτει 

-Αυτό είναι χαρισμά σας στα μούτρα τα δικά σας
  αυτό είναι χαρισμά σας στα μούτρα τα δικά σας
  
Της δίνουμε ένα γέρο που χρόνια τον εξέρω
Της δίνουμε ένα γέρο που χρόνια τον εξέρω

-Αυτό είναι χαρισμά σας στα μούτρα τα δικά σας
  αυτό είναι χαρισμά σας στα μούτρα τα δικά σας

Της δίνουμε ένα πρίγκιπα με το σπαθί στο χέρι
της δίνουμε ένα πρίγκιπα με το σπαθί στο χέρι

Αυτόνε τον εθέλουμε και τον παρακαλούμε
αυτόνε τον εθέλουμε και τον παρακαλούμε

Ας πάρει τα προικιά της και τα χρυσαφικά της
να πάει στην πεθερά της με όλα τα καλά της






*Στου παππού το περιβόλι
που το αγαπάμε όλοι
είναι μια κολοκυθιά
πλάι-πλάι στη ροδιά

Κάνει πέντε κολοκύθια
στρογγυλά μα την αλήθεια
θα τα δώσει ο παππούς
μποναμά της αλεπούς
Δύο να δέσει στην ουρά της
και όλα τ'αλλα στα
παιδιά της

-Ποιός θα πάει στην αλεπού;
ποιός θα της πάει τα κολοκύθια;

-Να πάει το νούμερο 3

-Γιατί το 3;

-Ποιός να πάει;

-Να πάει το νούμερο 5

-Γιατί το 5;
............................. 





*Τα παιδάκια παίζουν τρέχουν
παίζουν πρόσχαρα κρυφτό
τι μανία που την έχουν στο
τρελό παιχνίδι αυτό

Ολο κρύβονται με χάρη το καθένα
όπου μπορεί και φωνάζουν
Κουι-κουι και άλλο τρέχει
να τα βρεί




*-Πινακωτή, πινακωτή
από το άλλο μου τ'αυτί
γιατί είναι η μάνα μου
κουφή
-Τι θέλεις και με ζαλίζεις;
-Είπε η μάνα μου να μου
διαλέξεις ένα καλό αρνί
-Διάλεξε και πάρε
-Πουφ! αυτό βρωμάει
-Πουφ!αυτό είναι αδύνατο
-Αυτό μου κάνει........





           " Ελάτε να  χορέψουμε ............."                



*Μάνα σγουρός βασιλικός
πλατύφυλλος και
δροσερός
Μάνα ποιός τον επότιζε
και τον εδροσολόγιζε;
Εβγαλε φύλλα και κλωνιά
και εσκέπασε τη γειτονιά
εσκέπασε κι εμένα 
που μ'έχει η μάνα έναν



*Μπαρμπα Γιάννη με τις στάμνες
μπαρμπα Γιάννη με τις στάμνες
και με τα σταμνάκια σου
και με τα σταμνάκια σου
να χαρείς τα μάτια σου
Σαν φορείς ψηλό καπέλλο
σαν φορείς ψηλό καπέλλο
και παπούτσια ελαστικά
μπάρμπα Γιάννη κανατά
Πρόσεξε μη σε γελάσει
πρόσεξε μη σε γελάσει
κάποια όμορφη κυρά
μπάρμπα Γιάννη κανατά
και σου πάρει το γαιδούρι
και σου πάρει το γαιδούρι
και σ'αφήσει την ουρά
μπαρμπα Γιάννη κανατά




*Ελα βρε Χαραλάμπη
να σε παντρέψουμε
να φάμε και να πιούμε 
και να χορέψουμε

-Δεν την θέλω
-Θα την πάρεις
-΄Αλλα λόγια πέστε βρε παιδιά
τι καμώματα είναι τούτα με το
ζόρι παντρειά
Τι καμώματα είναι τούτα
με το ζόρι παντρειά

Αδειάστε τις κανάτες
κι ας παίζουν τα βιολιά
γιατί ο Χαραλάμπης
δεν θέλει παντρειά



*Σαμιώτισσα-Σαμιώτισσα
πότε θα πας στην Σάμο
Ρόδο θα ρίξω στο γιαλό
Σιαμιώτισσα τριαντάφυλλα
στην άμμο.

Με την βαρκούλα που θα πας
χρυσά πανιά θα βάλω
μαλαματένια τα κουπιά
Σαμιώτισσα για νάρθω να
σε πάρω

Σαμιώτισσα-Σαμιώτισσα
στην Σάμο που θ'αράξεις
εμένα να με θυμηθείς
Σαμιώτισσα να βαρυαναστενάζεις

Σαμιώτισσα με τις ελιές
και με τα μαύρα μάτια
μούκανες την καρδούλα μου
Σαμιώτισσα σαράντα δυό
κομμάτια

Και με τα μαύρα σ'αγαπώ
και με τα λερωμένα και
με τα ρούχα της δουλειάς
Σαμιώτισσα τρελαίνομαι
για σένα



*Ενα νερό κυρά Βαγγελιώ
ένα νερό κρύο νερό
κι από πούθε κατεβαίνει
Βαγγελιώ μου η παινεμένη

Απο γκρεμνό κυρά Βαγγελιώ
από γκρεμνό  γκρεμίζεται
σε περιβολάκι μπαίνει
Βαγγελιώ μου η παινεμένη

Ποτίζει δε κυρά Βαγγελιώ
ποτίζει δένδρα και κλαδιά
λεμονιές και κυπαρίσσια
σαν τα όμορφα κορίτσια





*Γειά σου Δημητρούλα τρουλα-τρούλα
γειά σου Δημητρούλα πάρεμε
και στην αγκαλιά σου
αγκαλιά σου , αγκαλιά σου
άνοιξε και βάλεμαι
Ααααααα!!!!!!!!!!!
Αγκυνάρες και κουκιά
κόκκινες καλές ντομάτες
δυο δεκάρες η οκά




*Πέρα στου πέρα κάμπους
που είναι οι ελιές
είν'ένα μοναστήρι που 
παν' οι κοπελιές

Πάω και'γω ο καημένος
για να λειτουργηθώ
να κάνω το σταυρό μου
σαν κάθε Χριστιανός

Στο περιβόλι μπαίνω
και βγέπω μια μηλιά
με μήλα φορτωμένη
και πάνω κοπελιά

Της λέω έλα κάτω
να χτίσουμε φωλιά
μα εκείνη κόβει μήλα
και με πετροβολά

Ρωτώ ξαναρωτώ τη'πο
που'σαι κοπελιά
από εδώ κοντά'μαι
π'αυτόν τον μαχαλά

Μα έχω γέρον άντρα
και δυο μικρά παιδιά
π'ολημερίς με δέρνει
έχει σκληρή καρδιά

Βαρύ σταμνί μου δίνει
κι ένα κοντό σχοινί
ν'αργήσω να γεμίσω
για να'βρει αφορμή





*Ξεκινάει μια ψαροπούλα
απ'το γιαλό
απ'το γιαλό

Ξεκινά μια ψαροπούλα
απ'την Υδρα τη μικρούλα
και πηγαίνει για σφουγγάρια
όλο γιαλό
όλο γιαλό

΄Εχει μέσα παλληκάρια
απ'το γιαλό
απ'το γιαλό

'Εχει μέσα παλληκάρια
που βουτάνε για σφουγγάρια
γιούσες και όμορφα κοράλλια
απ'το γιαλό
απ'το γιαλό

'Εχει Συμιακούς Καλύμνιους
απ'το γιαλό
απ'το γιαλό

Εχει  Υδραίους και Ποριώτες
Αιγινίτες και Σπετσιώτες
που'ναι όλοι παλληκάρια
απ'το γιαλό
μες στο γιαλό

Γειά χαρά σας παλληκάρια
και στο καλό
και στο καλό

Γειά χαρά σας παλληκάρια
να μας φέρετε σφουγγάρια
γιούσες και όμορφα κοράλλια
απ'το γιαλό
απ'το γιαλό





*Μαναμ' καλέ μάναμ'
Μάναμ' στα περαμπέλια μας
και στις αμυγδαλιές μας
εκεί καλέ μου επέρασαν
τρεις αετοί, τρείς όμορφοι πασάδες,
ο πρώτος μήλω μούδωσε
ο δεύτερος πορτοκάλι
και ο τρίτος ο μικρότερος
μούδωσε δαχτυλίδι
Το μήλο μαναμ' το έφαγα
το πορτοκάλι τόχω το
δαχτυλίδι το φορώ σαν
ναμαι αρραβωνιασμένη








*Αμπέλι μου πλατύφυλλο
και κοντοκλαδεμένο
για δεν ανθείς για δε καρπείς
σταφύλλια για δεν βγάνεις
Με χάλασες παλιάμπελο
κι εγώ θα σε πουλήσω


Μη με πουλάς αφέντη μου
κι εγώ σε ξεχρεώνω
Για βάλε νιούς και σκάψε με
γέρους και κλαδεψέ με
Βάλε γριές, μεσόκοπες
να με βλαστολογήσουν
Βαλ'και κορίτσια ανύπαντρα
να με κορφολογήσουν




*Η τράτα μου η κουρελού
η χιλιομπαλωμένη
όλο την εμπαλώναμε
κι αυτή ήταν ξεσχισμένη

Εβίρα μιά στα πανιά
βρε πήρα δυό στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο
σπίτι της

Αν τόξερε η μάνα μου
πως δούλευα στην
τράτα θα μούστελνε
τα ρούχα μου και την 
παλιά μου βράκα 

Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυό στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο
σπίτι της

Πήγαμε και καλάραμε κάτω 
στα δυό Λισκάρια
και γέμισε η τράτα μας
σουπιές και καλαμάρια

Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυό στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο
σπίτι της

Πήγαμε και καλάραμε
κάτω εις το διπόρι
πολλά ψάρια επιάσαμε
μαζί και ένα χταπόδι

Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυό στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο
σπίτι της

Την τράτα μου την πούλησα
εις την Θεσσαλονίκη
και γύρισα
στην μάνα μου με 
δίχως μεταλίκι

Εβίρα μια στα πανιά
βρε πήρα δυό στο χωριό
βρε πήρα τρεις στο
σπίτι της




*Μήλο μου κόκκινο
Ρόδο βαμμένο
γιατί με μάρανες
τον πικραμένο

Πάω κι έρχομαι
μα δε σε βρίσκω
βρίσκω την πόρτα
σου μανταλωμμένη

Τα παραθύρια σου
φεγγοβολούνε
ρωτώ την πόρτα σου
που πάει η κυρά σου

Κυρά μ'δεν είναι δω
πάει στην βρύση
πάει να πιεί νερό
και να γεμίσει 





*Μπαίνω μες τ'αμπέλι
σαν νοικοκυρά
Να κι ο νοικοκύρης
έρχεται κοντά
Ελα νοικοκύρη
να τριγύσουμε
κόκκινα σταφύλια 
να πατήσουμε





*Ενα παλικάρι είκοσι χρονών
τ'άρματα του δώσαν
για τον πόλεμο

Πόλεμο δεν βρήκε πίσω
γύρισε στα μισά 
του δρόμου νερό δίψασε

΄Εσκυψε να πιεί νερό
στο Γιουλ-Μπαξέ
εκεί μια σφαίρα
τον ελάβωσε

Σύρε  πες στη μάνα μου
και στην αδελφή μου
την καλογριά

Θέλει ας βάλει μαύρα
θέλει ας παντρευτεί
μένα με σκοτώσανε
στον Γιούλ-Μπαξέ





*Το γελεκάκι που φορείς
εγώ στο'χω ραμμένο
με πίκρες και με βάσανα
στόχω φοδραρισμένο

'Αντε το μαλώνω
το μαλώνω
'Αντε κι ύστερα
το μετανοιώνων
'Αντε το μαλώνω
και το βρίζω
'Αντε την καρδούλα
του ραγίζω

Φόρα το μικρό μου
φόρα το μικρό μου
γιατί δεν θα το ξαναφορέσεις
άλλο πιά
Φόρα το για νά'σαι
για να με θυμάσαι
για μετάξι έχω
τα σγουρά σου τα μαλλιά

Με πήρε ο ύπνος 
κι έγειρα στου καραβιού
την πλώρη και ήρθε και
με ξύπνησε το καπετάνιου
η κόρη

'Αντε το μαλώνω
το μαλώνω
'Αντε κι ύστερα
το μετανοιώνων
'Αντε το μαλώνω
και το βρίζω
'Αντε την καρδούλα
του ραγίζω

Φόρα το μικρό μου
φόρα το μικρό μου
γιατί δεν θα το ξαναφορέσεις
άλλο πιά
Φόρα το για νά'σαι
για να με θυμάσαι
για μετάξι έχω
τα σγουρά σου τα μαλλιά